Μια από τις καλύτερες παρουσιάσεις μου
κι αυτό επειδή
Η Τιτίκα Δημητρούλια μίλησε υπέροχα για το βιβλίο μου
κι ο Μπάμπης Λέγγας κέρδισε τις εντυπώσεις με το "βιβλιοφιλικό" του λόγο
ένα μεγάλο ευχαριστώ ειδικά σ' αυτούς τους δύο
Ακολουθεί ένα μέρος του δικού μου λόγου....
Ευχαριστώ επίσης όλους όσοι ήρθατε να με τιμήσετε χτες κι όσους ήθελαν αλλά δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν.
"Αγαπητοί φίλοι
Σας ευχαριστώ που ήρθατε σήμερα εδώ να με τιμήσετε με την παρουσία σας.
Η κυρία Δημητρούλια σας μίλησε για το βιβλίο κι ο κύριος Λέγγας για το μαγικό κόσμο της βιβλιοδεσίας.
Σε μένα μένει να μιλήσω γενικά για τον εαυτό μου την πορεία μου και το είδος της λογοτεχνίας που υπηρετώ. Με καλύπτουν απόλυτα τα παρακάτω λόγια που θα σας διαβάσω κι ανήκουν στον ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΜΑΝΓΚΕΛ
και προέρχονται από δύο συνεντεύξεις του στη ΒΙΚΗ ΤΣΙΩΡΟΥ και δημοσιεύτηκαν στηνΕλευθεροτυπία.
Ο Αλμπέρτο Μανγκέλ είναι πρωτα απ’ όλα συγγραφέας, (της «Ιστορία της ανάγνωσης»)
μεταφραστής, εκδότης. Γεννημένος στην Αργεντινή, έζησε στο Μπουένος Αϊρες -όπου διάβαζε βιβλία στον τυφλό πια Μπόρχες-, στην Ιταλία, την Αγγλία, την Ταϊτή, πριν να εγκατασταθεί στη Νότια Γαλλία, σε ένα παλιό πρεσβυτέριο, τον αχυρώνα του οποίου μετέτρεψε σε μια τεράστια βιβλιοθήκη για τα 50.000 βιβλία του.
Για τις βιβλιοθήκες:
Κάνουμε επιλογές. Η βιβλιοθήκη μας αντανακλά όχι μόνο τα γούστα και τις προτιμήσεις μας αλλά τα κενά μας και ό,τι απεχθανόμαστε. Κάθε βιβλιοθήκη δεν είναι μόνο μια επιλογή αλλά και μια βιβλιοκρισία. Μας αποκαλύπτεται τόσο με το περιεχόμενό της όσο και με τις απουσίες της. Μπορείτε να φιλοτεχνήσετε το πορτρέτο μου κοιτάζοντας τη βιβλιοθήκη μου και να διαπιστώσετε πως έχω πολλά έργα του Πλάτωνα και πολύ λίγα βιβλία του Αριστοτέλη. Πολλά του Φλομπέρ και σχεδόν κανένα του Μοπασάν».
Για τη λεγόμενη φτηνή λογοτεχνία:
«Δεν θα μπορούσα να προσδιορίσω τι είναι βιβλίο δεύτερης κατηγορίας. Για τους Αραβες, η μυθοπλασία εθεωρείτο έλασσον είδος σε σχέση με τη φιλοσοφία και την ποίηση, αλλά εγώ δεν καταλαβαίνω αυτή την αξιολόγηση. Απολαμβάνω το ίδιο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα κι ένα φιλοσοφικό έργο».
Για την αξία της ιστορίας
(ερώτηση)
-Οπως ο Τσέστερτον, έτσι κι εσείς υποστηρίζετε την αξία του φτηνού μυθιστορήματος.
«Ασφαλώς. Υπάρχει ολόκληρη λογοτεχνία για να αφηγείται ιστορίες στις οποίες το σημαντικό είναι αυτό που πρόκειται να συμβεί, αυτό που θα συμβεί όταν η μαρκησία βγει στις πέντε από το σπίτι της. Με συνεπαίρνει πραγματικά και πιστεύω πως σαγηνεύει όλους τους αναγνώστες, ακόμη κι αυτούς που δεν το παραδέχονται. Αν μπορούσαμε να δούμε τι διαβάζουν οι σοβαροί αναγνώστες στο κρεβάτι τους, θα βλέπαμε σπανίως βιβλία του Καντ ή το Finnegans Wake του Τζόις, αλλά πιο συχνά βιβλία του Νίκολας Μπλέικ ή του Ρόμπερτ Λιούις Στίβενσον. Συγγραφείς βιβλίων δράσης».
Στο τέλος του μοντερνισμού, έχουμε περάσει σε μια φάση όπου ο συγγραφέας πίστεψε πως προορισμός του ήταν να αναστοχαστεί σε αυτό που έκανε. Αντί να σκαρώνουν ιστορίες, οι οπαδοί του νέου μυθιστορήματος αρέσκονταν να ξεψαχνίζουν τα κείμενα, να επιδεικνύουν τα εργαλεία της εργασίας τους. Η πλοκή δεν είχε πια αξία, εθεωρείτο μάλιστα εμπόδιο στη συγγραφή. Αυτό δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Επανήλθαμε λοιπόν σε συγγραφείς που αφηγούνται ιστορίες, είτε είναι φρικτές, όπως αυτές της Αμελί Νοτόμπ, είτε κλασικές, όπως αυτές του Πασκάλ Κινιάρ, ενός πολύ λογοτεχνικού συγγραφέα που επέστρεψε στην αφήγηση. Ετσι, ξαναγυρίζουμε σ' αυτόν το ζωντανό διάλογο ανάμεσα στο συγγραφέα και τον αναγνώστη που επιθυμούσε ο Τσέστερτον».
Για την απόλαυση της ανάγνωσης:
«Ο αναγνώστης δεν ανήκει σε καμιά χώρα. Ο Σενέκας συνήθιζε να δείχνει τη βιβλιοθήκη του στον επισκέπτη λέγοντάς του πως ο καθένας είχε δικαίωμα να επιλέξει τους προγόνους του ανάμεσα στον Ομηρο, τον Σοφοκλή, τον Πλάτωνα ή οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα τα βιβλία του οποίου διαβάζει. Για μένα που γεννήθηκα στην Αργεντινή, ο Προυστ ή ο Στίβενσον δεν μου είναι ξένοι. Είναι μέλη της οικογένειάς μου. Είναι οι ρίζες και οι φίλοι μου. Η ανάγνωση είναι ο καλύτερος τρόπος για να φτάσεις στο Αλλού, εκεί όπου μπορούμε να είμαστε ευτυχείς. Στην πράξη, περνάμε τον καιρό μας πιστεύοντας πως η καθημερινότητα, η πολιτική, η οικονομία, η θρησκεία είναι πραγματικότητες που μας προσδιορίζουν. Ομως αυτό είναι μια παγίδα! Η μόνη πραγματική αλήθεια, αυτή με την οποία μπορούμε να αγγίξουμε τις ρίζες μας, είναι αυτή που ανακαλύπτουμε στα βιβλία. Διαβάζοντας, πλησιάζουμε τις όχθες του Αλλού, δηλαδή μιας χώρας που ακόμη δεν έχουμε γνωρίσει. Κι όμως, ανακαλύπτοντας αυτή τη χώρα, ξέρουμε ότι δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να επιστρέφουμε σε μια χώρα που γνωρίζουμε, αλλά που δεν είχαμε πάει ποτέ. Η ανακάλυψη αυτού που δεν έχουμε γνωρίσει, είναι η ουσία της απόλαυσης της ανάγνωσης.
Labels: Μόστρας