Friday, December 29, 2006

Κλειστόν μέχρι νεωτέρας

κλείνουμε για όσο μας την καρφώσει.
σόρι για τους φανατικούς. μας αντικαθιστά ο φίλτατος και σταθερός Λιμπρόφιλο.

στην απόφασή μας αυτή έπαιξαν ρόλο:

α. ο θάνατος του Τζέιμς Μπράουν.
μόνο το γκεράπα το σέξεμασίνε και το ιτς α μενς γουορλντ, γαμώτη μου φτάνει.

β. χασαμε απ' τους τουρκαλάδες στο σουρβάιβορ και ζορίστηκα ποσώς.
αυτουνού του Αμφικράτη δεν του μάθανε μπάλα ρε; πέναλντι ήταν αυτά; άσε σαν τερματοφύλακας να μη μιλήσω

γ. με διέλυσε όπως κάθε χρόνο η μελαγχολία των εορτών

κλείνομαι με τα μαλτ μου αγκαλιά και θα ξαναβγώ κατά το Πάσχα μαζί με το πόνημά μου.

Φιλάκια

Saturday, December 23, 2006

Αλκοόλ Κεφ 3 Τα blended

Ναι, είναι αυτό που νόμιζετε. Τα σκωτσέζικα.

Τι να πιω σήμερα; Τι ουίσκι να διαλέξω; Όχι, φίλοι μην προβληματίζεστε. Γι' αυτό ήμαστε εδώ εμείς οι τελειωμένοι...

Το αφιέρωμα στα ουίσκι συνεχίζεται.
Σήμερα θα μιλήσουμε για τα «απλά» ουίσκι, τα Blended, τα σκωτσέζικα. Προσοχή, πολλές από τις παρακάτω μάρκες έχουν ειδικές εκδόσεις παλαιωμένες με ουίσκι άπαιχτα που χτυπάνε σε γεύση και πολύ ακριβότερα μαλτ.


Ξεκινάμε με έναν πρόχειρο κατάλογο δικής μου επινόησης σχετικό με τη συχνότητα επισκεψιμότητάς τους στον ουρανίσκο μου.
Οι βαθμολογίες είναι με άριστα το τριάντα όπως στα ιταλικά πανεπιστήμια.

Ballantines (18/30)
Η πρώτη αγάπη που δεν ξεχνιέται ποτέ. Για τους νεόφερτους γυρίστε λίγα ποστ πιο πίσω στο κεφ 1 και θα καταλάβετε. Γλυκόπιοτο, τίμιο, κατεβαίνει εύκολα. Σαν την αγαπημένη σας ομάδα με τη σημαντική θετική διαφορά: μόνο αν το παρακάνετε εσείς θα σας πικράνει.
Δεν μου ’χει τύχει να το πετύχω μπομπαρισμένο.
Βγαίνει σε πολυάριθμες παλαιωμένες εκδόσεις. Το 12άρι επίσης καλό (22/30) Ξεχωρίζω το 17χρόνων, πράσινη στρογγυλή μπουκάλα (27/30).
Johnny Walker (7/30)
Ο αντίπαλος. Το κόκκινο, το απλό, δεν μπορώ να το πιώ. Μου φαίνεται γρέντζο, νομίζω πως κατεβάζω και καρφιά στο λαιμό. Το μαύρο (12) είναι αξιοπρεπές, αλλά πολύ συνηθισμένο σαν μπομπαρισμένο ειδικά σε τσιφτεντελάδικα (20/30). Το πράσινο (15) δεν το ’χω δοκιμάσει, αλλά το Gold, το 18, είναι ένα από τα αγαπημένα μου. Μου το κάνει δώρο κάθε χρόνο ο φίλος μου ο ζωγράφος και το απολαμβάνω. Νέκταρ. Συστήνεται ανεπιφύλακτα. (27/30) (αν το βρείτε γύρω στα 52-55 ευρώ είναι μια καλή τιμή, πάρτε το).
Το ακόμα ακριβότερο, το μπλε, σε καμία περίπτωση δεν είναι καλύτερο και αντάξιο της διαφοράς τιμής τους. Μου είχε φέρει ένα του λίτρου το αδέρφι μου και δεν έλεγε πολλά. Αδιάφορο. Δε συστήνεται (24/30).
Grant’s
Το απλό, φτηνό, που προτιμώ τώρα. Η γεύση μου. Σπάνια να τύχει σε μπαρ μπόμπα. (19/30) Περιέργως δεν έχω δοκιμάσει ακριβότερες εκδόσεις.
Cutty Sark
Κάποτε έπινε όλη η Ελλάδα μέχρι που ξέσπασαν τα πρώτα σκάνδαλα με μεγάλης έκτασης μπομπαρίσματα (φήμες έλεγαν ότι μπομπαριζόταν από τον εισαγωγέα) (10/30). Το 15άρι είναι φτηνό και καλό για δώρο (17/30).
Famous Groose
Καλή λύση σε περίεργα μπαρ όπου φοβάσαι πιο κλασικές μάρκες. (12/30)
Bells (δεν πολυβγαίνει τώρα τελευταία, ακριβές εκδόσεις ειδικά των 21 ετών σαν καμπάνα). Αν πιεις πολύ νομίζεις ότι χτυπάει μέσα στη κεφάλα σου.
Dewar’s απλό. Ελαφρύ, πάει με τσιπσάκια. Μπομπαρίστηκε πολύ στο παρελθόν. Φοβού. (9/30)
Dewar’s 12άρι. Καμιά σχέση με το απλό. Ίσως το καλύτερο 12άρι που κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή. Γλυκόπιοτο με γεύση που φέρνει πολύ σε ελαφρύ μαλτ χωρίς να δώσεις μια περιουσία. Πολύ καλή δουλειά. Συστήνεται ανεπιφύλακτα. (25/30)
Haig (πριν λίγα χρόνια βγήκε απ’ τη λήθη κι έγινε ξανά μόδα στους νέους μέχρι που έγινε και μόδα στις μπόμπες. Μεγάλη ιστορία από πίσω του. Πιο παλιά ήτο πολύ μαστ στα αθηναϊκά κλαμπ και σπίτια. Σεβασμός). (12/30)
J&B
Πετρέλαιο. Έχω ρίξει μια σούρα πίνοντας μισό λίτρο. (4/30) Κάκιστος βαθμός, όμως επισημαίνω εδώ μια έκδοση ενός J & B JET 15 ετών το οποίο ήταν εξαιρετικό. Όντως τζετ έπινες και το προσγείωνες το Τζετ με την καλή έννοια. (24/30)
Vat 69
Ναι υπάρχει ακόμα κι είναι από τα φτηνότερα. Κάνει κάπου 9 ευρώ; Δεν ξέρω τι σχέση έχει με τα παλαιότερα.
Black &White
Long John

Αυτά δεν ξέρω αν υπάρχουν ακόμα.
100 Pipers
Καλτ φάση με φανατικούς θαυμαστές ψιλοπερίεργους. Το έβαλα να το πίνει ο δικηγόρος στο Βοτανικό.
Teachers
Άλλο μπεστ - πίνε τα παλιά τα χρόνια. Μικρός που ήμουν και λίγο αγγλομαθής το κοίταζα με τσαντίλα λόγω ονόματος και σχολικής σταδιοδρομίας, βεβαίως βεβαίως.
Whyte & Mackay
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Καλό το απλό για την τιμή του. (12/30) Πήρα το 15άρι, επίσης φτηνό για την τιμή του, αλλά δε στέκεται δίπλα στα υπόλοιπα 15άρια. (15/30)
Dimple 15
Κλασικό όσο κι οι καναπέδες οι…. τσέρτετον; Κάπως έτσι, σαν το συγγραφέα, ξέρετε οι δερμάτινοι, πανάκριβοι. Αφού πιείτε όλο το μπουκάλι και γίνετε ντίρλα μπορείτε να ξετυλίξετε το συρματάκι και να πνίξετε το συμπότη σας που σας έφαγε τη γκόμενα. (23/30)
Chivas 12
Άλλο κλασικό εδώ. Κάπου έγινε πολυφόρεμα σαν τα ρολεξ στους καρπούς της μισής Ελλάδας. (22/30) Πολυμπομπαρισμένο ανά τα σκυλάδικα της χώρας, προτιμήστε τις εκδόσεις των 15, 18 και πιο πάνω παλαίωσης. Σταθερή αξία πάντως.

Αυτά φίλοι με τα σκωτσέζικα ουίσκι. Αν ξεχάσαμε ή αν αδικήσαμε κάποιο, υπομονή και κατανόηση.

Σημείωση
Σε πολλά σουπερμάρκετ και κυρίως συνοικιακές κάβες κυκλοφορούν ουίσκι με περίεργες μάρκες παλαιωμένα 3 ή 5 ή 6 χρόνια και κοστίζουν 8-10 ευρώ περίπου. Οι μάρκες παραπέμπουν σε γνωστές ώστε η κυρία Κούλα με τον καταρράκτη στο μάτι που βγήκε να πάρει Dimple για τον κανακάρη της να παίρνει Trimble περιχαρής αφού το βρήκε στη μισή τιμή από κείνη που της είχε πει το, ξαπλωμένο στο ανάκλιντρο, σπλάχνο της.
Δεν έχω δοκιμάσει ποτέ τέτοιο, αν και κάποτε μου ’χε περάσει απ’ το μυαλό να κάνω μια συλλογή μ’ αυτές τις περίεργες μάρκες που στην Ιταλία αφθονούσαν αφού ως γνωστόν η μαϊμού ζει και βασιλεύει στη γείτονα.
Αν κάποιος έχει δοκιμάσει ας καταθέσει την άποψή του.

Κλείνω με κάτι που μου θυμίζει τα νιάτα μου όταν ήμουν στους Hell's Angel's της Καλιφόρνια, αλλά με διώξανε όταν έπεσα απ' τη Χάρλει και στραμπούληξα τον αστάγαλό μου.
(μετά με πήρε και με σήκωσε)

Thursday, December 21, 2006

Pino Daniele Mal di te

Mal di te

Ti prego parlami
non ti fermare
anche se gli altri ci guardano
non c’e niente di male
se prendo un po di te
se prendi un po di me
in questa strana atmosfera serena
son nato a Napoli
percio mi piace il mare
sotto il segno di pesci
ma non riesco piu a navigare
perche ho
mal di te
ho solo
mal di te
in questa strana atmosfera serena
questa sera di Luglio
il cielo e pieno di stele
e i tuoi occhi scrivono
una canzone
sulla mia pelle
che cosa non darei
fermare adesso tutto
che cosa non darei
per dire che ti sento

Σε παρακαλώ μίλα μου
μη σταματάς
ακόμα κι αν οι άλλοι μας κοιτάνε
δεν είναι κακό
να παίρνω λίγο από σένα
να παίρνεις λίγο από μένα
σ’ αυτή την παράξενη και γαλήνια ατμόσφαιρα
γεννήθηκα στη Νάπολη
με ζώδιο ιχθύς
γι’ αυτό μ’ αρέσει η θάλασσα
αλλά δεν μπορώ να ταξιδέψω πια
γιατί
πονάω για σένα
απλώς
πονάω για σένα
σ’ αυτή την παράξενη και γαλήνια ατμόσφαιρα
αυτό το βράδυ του Ιουλίου
ο ουρανός είναι γεμάτος αστέρια
και τα μάτια σου γράφουν ένα τραγούδι
πάνω στο δέρμα μου
και τι δε θα ’δινα
να σταματούσα τώρα τα πάντα
για να πω ότι σ’ ακούω


Στην Αναστασία…

Sunday, December 17, 2006

Caffe Florian - Venezia

Το ιστορικό καφέ Φλοριάν στη Βενετία

Να ξεκαθαρίσουμε κάτι

Η πλατεία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία είναι πανέμορφη. Τι να πρωτοδείς; Την εκκλησία, τη Μαρκιανή βιβλιοθήκη (η οποία οφείλει πολλά στο Βησσαρίωνα), το Καμπανίλε ή τα τέσσερα άλογα που θυμίζουν τόσο πολύ τη Βυζαντινή αυτοκρατορία.

Έχω επισκεφτεί πολλάκις την πόλη των Δόγηδων και δυστυχώς ισχύει κι εδώ το κάθε πέρυσι (παρακαλώ όχι πέρσι. Ο Πέρσι είναι ο φύλακας του δάσους στα παραμύθια που βλέπει η κόρη μου) και καλύτερα.
Φέτος το Μάιο φεύγοντας από τη Ρώμη ήρθα κι εδώ κι απογοητεύτηκα. Σας περιγράφω το απόγευμα στη πλατεία του Αγίου Μάρκου.
Φτηνοτουρίστες, να τρώνε μες στην πλατεία και να στάζουν σκουπίδια, αλητοαμερικανάκια μεθυσμένα να ουρλιάζουν, το όμορφο πλακόστρωτο γεμάτο χαρτιά και κάθε λογής απορρίμματα, ορυμαγδός φωνών και μουσικών από τα κέντρα που έχουν τραπεζάκια έξω. Ολιγάριθμες ορχήστρες ιταλών να παίζουν (άθλια) κλασική μουσική ντυμένοι (επίσης άθλια) ευγενείς την περίοδο της Γαλλικής επανάστασης έχοντας ένα ύφος που έχουν οι τσολιάδες μας στις τουριστοταβέρνες της Πλάκας δηλ. «ορίστε γίδια, καθίστε να σας μαδήσουμε».
Τα αιώνια γιαπωνεζάκια Τοκαμάρι και Γιαμαχάκι όλοι, ΟΛΟΙ! με 1 κάμερα και 1 φωτογραφική μηχανή στα χέρια, ΑΜΕΤΡΗΤΟΙ! να τιτιβίζουν σαν χελιδονάκια που ’χουν μπροστά το σκουληκάκι, και να ’χουν καταλάβει τα πάντα. Μαζί και το ιστορικό Φλοριάν το οποίο θύμιζε το Μακ Ντόναλντς της εθνικής οδού στην Πασχαλιάτικη έξοδο.
Ω, φίλοι, τι θλιβερή εικόνα. Έφυγα σαν κυνηγημένος από την ιστορική πλατεία που αξίζει καλύτερης τύχης.
Αυτό όμως δε σημαίνει πως δεν αξίζει να επισκεφτείτε το Φλοριάν που βρίσκεται κι αυτό εκεί από το έτος 1720 και πελάτες του ήταν όλοι οι ευγενείς της πόλης μαζί κι ο Κάρλο Γκολντόνι ο θεατρικός συγγραφέας που έγραψε μεταξύ άλλων και τη Λοκαντιέρα, αλλά και ο Τζουζέπε Βέρντι ενώ ο Βάγκνερ (όχι ο Ρόμπερτ, αλλά ο Ρίτσαρντ) προτιμούσε κάποιο άλλο καφέ, επειδή δεν πήγαινε τον Βέρντι (μαλώνανε όπως εγώ κι ο Λιμπρόφιλο για να καταλάβετε). Όλοι αυτοί το 18ο αιώνα έπιναν ζεστή σοκολάτα, το ρόφημα που αντικατόπτριζε την υγεία και την αίγλη των σημαντικών προσώπων τότε.

Θυμάμαι το 1986 που είχα πάει, αμούστακο κι απονήρευτο παιδί ακόμα (μηνών πρέπει να ήμουνα).
Ηρεμία, νηφαλιότητα, ένας ζωγράφος που σχεδίαζε με μολύβι την πλατεία (πληρωμένος από το καφέ πρέπει να ’ταν), κυρίες με γούνες, τζέντλεμεν και τα γκαρσόνια άψογα ντυμένα να εξυπηρετούν απταίστως.
Τώρα τι να σου κάνουν κι αυτοί; Άμα έχουν ν’ αντιμετωπίσουν το μισό Ναγκασάκι και τα βλίτα τα αμερικάνικα (τον Σαμ δεν τον είδα εδώ, αλλά είδα τα ξαδέρφια του) θα φερθούν ανάλογα και δε θα προσέξουν εσένα που μπήκες με αγνές και ποιητικές διαθέσεις.

Έτσι πρέπει να πάτε την καλύτερη εποχή. Είναι αυτή που μας πέρασε. Νοέμβριος και Δεκέμβριος. Του χρόνου, τώρα. Άμα θέλετε πηγαίνετε και αμέσως μετά των φώτων.
(Προσοχή: έχω πετύχει θερμοκρασία -10 και τα είδα όλα. Μία ώρα περπάτημα κι έπειτα ένα ουίσκι ή κονιάκ για να το ισορροπήσουμε.)

Υ.Γ. 1 Άουρα
Αγαπητή μου σε μένα το photoshop σήκωσε τα χέρια ψηλά. ADIORTOTO SIGGRAFEA AYTO! έγραψε και αυτοσβήστηκε απ’ το σκληρό δίσκο!

Υ.Γ. 2 Ούτε εδώ είδα τον Χέμινγουεη παρόλο που όλοι οι οδηγοί το έγραφαν. (απατεώνες, σας λέω).

Thursday, December 14, 2006

Τα μπαρ της Ιταλίας. το μπαρ του Hotel d' Inghilterra

Ακολουθώντας τη συμβουλή του φίλου Λιμπρόφιλου θα σας μεταφέρω σ' ένα από τα πιο ονομαστά μπαρ της Ιταλίας.
Δεν εννοούμε κλαμπ, ούτε μπαρ μπαρένιο, ούτε νταμπαντουπάδικο, αλλά ένα gentlemen’s μπαρ, βέρι χαι κλας βρε παιδί μου.
Κι αυτό είναι το μπαρ του Hotel d’ Inghilterra στη Ρώμη.

Μια σύντομη περιγραφή.
Είναι μικρό, σαν μεγάλο σαλόνι σπιτιού, έχει 5 τραπεζάκια και μια μπάρα που χωράει μετά βίας 5 άτομα. (Στον έναν τοίχο υπάρχει συνεχές κάθισμα –καναπές- και μπροστά είναι τα τραπεζάκια). Παντού ξύλο και διάχυτη πολυτέλεια που αντικατοπτρίζεται και στις τιμές.
(Η φώτο έχει παρθεί από εκεί όπου στέκεται ο μπαρμαν. Διακρίνονται τα τσιπτσάκια)


Τι κόσμο θα συναντήσετε
Καλοντυμένο κόσμο (γι’ αυτό να πάτε με βραδινό επίσημο ένδυμα), τουρίστες αλλά και Ιταλούς.
Αλλά! Δυστυχώς υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να συναντήσετε τον…

…τον φίλο σας τον Σαμ Γιέλοστοουν απ’ τους μακρινούς βάλτους της Λουϊζιάνα που ήρθε επιτέλους να δει τι είναι αυτό το Ευρώπη και το Ρώμη, δηλαδή ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥΣ. (δυο φορές πήγα δυο φορές ήταν εκεί)

Αν δεν αντέχετε μην πάτε. Δε θα σας κατηγορήσω. Να σας πείσω όμως να πάτε; Τα γιαπωνεζάκια Μινόλτα και Χιριοχίτο Χονταθέλο δεν το ’χουν ανακαλύψει ακόμα (αντίθετα από το καφέ Γκρέκο και τη Βία Κοντότι όπου θα σας αρπάξουν το συνολάκι το Αρμάνι από τα χέρια και θα κλαίτε).

Οι αμερικανοί του Μπαρ
1η φορά
Ήταν και η παρέα που έκανε τη διαφορά. Ήμουν με το φίλο μου το ζωγράφο (κι οι δύο για τα σίδερα) και το αδέρφι μου (που κράταγε τα μπόσικα). Πότες, συμπότες και αλκοόλες και οι τρεις με πτυχία, μάστερ και ντοκτορά.
Καθίσαμε στον καναπέ δίπλα σε μια τυπική αμερικάνικη οικογένεια. Σας την περιγράφω ο άτιμος.
Μπαμπάς. 60 ετών circa. Μια κατηγορία κάτω από τον Μπλέικ Κάρινγκτον. Αν δεν είχε πετρέλαια θα χε κονστράξιον κόμπανι. Ακριβό κουστούμι, φουλάρι, γκρίζο μαλλί που τρίχα δεν ανέμιζε. Αυστηρός. Αν μπορούσε, εμένα θα με απέλυε.
Κυρία του. Από 50 έως 70+ ετών. Για να μείνουμε στη δυναστεία. Κριστλ σε πιο σκυλέ, πιο μελαγχολική, πιο σπασμένη, πιο ανοργασμική, ρε παιδί μου! Αδύνατη, στολισμένη με χρυσάφια κι ένα ύφος που μαρτυρούσε ότι επρόκειτο για ανώτερης ράτσας κυρία. Πάραυτα όμως, πίσω απ’ το σκληρό βλέμμα, εγώ ο πολύπειρος συγγραφέας οσμίστηκα ότι κάτι τρεμόπαιξε μέσα στο αλαβάστρινο φυλλοκάρδι της μόλις μας είδε, βλέπεις εμείς νεανίες μ’ έναν αέρα παλιάς αθηναϊκής οικογένειας, γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ηδονιστών.
Η κόρη. 30-35 ετών. Το έρμο αυτό το πλάσμα εκτός από την περιουσία που κουβαλούσε στην πλάτη, κουβαλούσε και το οστεώδες σαρκί της αφού δεν πρέπει να ζύγιζε πάνω από 43 κιλά. Προσπάθησα να θυμηθώ από πού την ήξερα. Και το θυμήθηκα. Ήταν στο Χόλιγουντ τότε που ήμουν βοηθός παραγωγού και κάναμε κάστινγκ για να βρούμε την ηθοποιό που θα έπαιζε την Όλιβ Όιλ. Ε, λοιπόν αυτή την είχαμε απορρίψει σαν πολύ αδύνατη. Το ύφος της όμως ήτο ίδιο με της μάμι.

2η φορά
Ήμουν μόνος μου σαν τη καλαμιά στον κάμπο προς αναζήτηση έμπνευσης και εικόνων για το μυθιστόρημά μου. Δεν είχα κέφια, φίλοι. Πήγα και το μπαρ ήταν άδειο μέχρι που μπήκε ο γέρο Σαμ μέσα κι εγώ νόμιζα ότι βρέθηκα να μαζεύω καλαμπόκια απ’ το χωράφι και να τρώω φυστικοβούτυρο για πρωινό.
Μπήκε με τη γυναίκα του και ευτυχώς πήγαν στη μπάρα. Ο Σαμ ήξερε και τα μαλτ! Περιγραφή:
Ετών 50 περίπου, παντελόνι τζιν, ναι τζιν, δύο νούμερα μεγαλύτερο που συγκρατείτο με δερμάτινο ζωνάρι, ο αλογοκλέφτης. Μούσι βιβλικό και πουκάμισο καρώ φορτηγατζή της Γιούτα, κλεμμένο από τον Ελαφοκυνηγό. Όταν τους σέρβιραν το μαλτ κοίταξε τη γυναίκα του με ύφος: Δε στο ’χα υποσχεθεί; Ω καιροί, ω ήθη.

Κάβα – εξυπηρέτηση - τιμές

Από κάβα και μαλτ το μπαρ δεν έχει σπουδαία πράγματα. Περίμενα περισσότερη ποικιλία. Υπήρχαν οι πιο γνωστές μάρκες, γύρω στις είκοσι ετικέτες, αλλά τα συνοδευτικά κι η ατμόσφαιρα (αν δεν τύχεις με το βλάχο Σαμ) είναι που κάνουν τη διαφορά.
Το γκαρσόνι που μας σέρβιρε την πρώτη φορά ακουμπούσε τα εξήντα έτη ζωής κι είχε μια φάτσα ανθρώπου που ’χει φάει δουλειά για πέντε γενιές. Θύμισε φάτσες από ταινίες του ιταλικού ρεαλισμού ή νεορεαλισμού (ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με τα ρεύματα) του Ντε Σίκα ή του Φελίνι. Είχε μισόκλειστα μάτια και μια ευγένεια άγγλου μπάτλερ. Μας έφερε τσιπς σε τεράστιο ασημένιο μπολ, τα ωραιότερα αλατισμένα αμύγδαλα της ζωής μου κι άλλα πολλά καλούδια για να συνοδέψουμε το ουίσκι.

Τιμές. Συνήθως πληρώνει ο Τζωρτζ, ο υπηρέτης και σωματοφύλακάς μου, αλλά πρόλαβα κι είδα το λογαριασμό. Δύο απλά μαλτάκια 34 ευρώπουλα.

Μια θλιβερή λεπτομέρεια. Το ουίσκι σερβίρεται με μεζούρα.
ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΑ ΜΙΑ ΓΟΥΛΙΑ!
Ω τι απογοήτευση, ω θεοί του μαλτ, ενίσταμαι και εξανίσταμαι.

Όμως εδώ δεν ήρθαμε να γίνουμε κουδούνια φίλοι. Εδώ ήρθαμε να πιούμε το ποτό μας σαν Κύριοι, υπενθυμίζω πάντα φορώντας βραδινό επίσημο ένδυμα, σ’ ένα gentlemen’s μπαρ όπου απ’ ό,τι λένε μπορούν να φτιάξουν 20 ποτά που προτιμά ο Τζέιμς Μπόντ. (ξέρετε τώρα την παραμύθα με το κουνημένο Μαρτίνι)

Αυτά τα ολίγα
Α, ξέχασα. Οι τουριστικοί οδηγοί γράφουν ότι εκεί σύχναζε ο Χέμινγουει.
Λοιπόν, φίλοι, τι κάνουν τα ιταλάκια να προσεγγίσουν κόσμο. Τρεις ώρες καθίσαμε κι απ’ το μακρυγένη (λες γι’ αυτό να τα άφησε ο βλάχο Σαμ;) αμερικάνο συνάδελφό μου ούτε ίχνος.
Μιλάμε για μεγάλη απάτη!

Στο επόμενο: Καφέ Φλοριάν - Βενετία (για να μη σας πιάσουν κότσους στην πόλη των Δόγηδων!)

Monday, December 11, 2006

Αλκοόλ κεφ. 2 (τα παλιά μπουκάλια δεν έχουν σχέση με τα σημερινά)

Λοιπόν σήμερα θα μιλήσουμε για τα απλά ουίσκι, τα blended, αλλά τα παλιά, εκείνα που έπιναν και οι γονείς μας.
Κι αυτό για να ξεκαθαρίσουμε κάτι:

ΕΚΕΙΝΑ ΤΑ ΟΥΙΣΚΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ.

Ρωτήστε και τους μεγαλυτέρους. Δεν ξέρω τι φταίει, τι σκατά κάνουν στα σημερινά και σχεδόν δεν πίνονται. Μήπως το κάνουν για να μας στείλουν κατευθείαν στα ακριβότερα 12κάρια; Ποιος ξέρει;

Τρεις φορές έτυχε να πιώ ουίσκι εμφιαλωμένο 25-30 χρόνια πριν.
Ασύγκριτη εμπειρία.

Σημείωση: Δεν εννοώ ότι έγιναν καλύτερα με την πάροδο των ετών. Το ουίσκι δεν ωριμάζει στα μπουκάλια. Μόνο στα βαρέλια, απ’ τα οποία εξατμίζεται κιόλας.
(Δε θυμάμαι σε ποιο εμφιαλωτήριο άνοιξαν ένα βαρέλι μετά τα 60 έτη και βρήκαν μόνο το 20% μέσα).
(Κι έτσι λύθηκε το μυστήριο του γέρο Μπέντζαμιν, φύλακα του εμφιαλωτηρίου, που σαράντα χρόνια τώρα, παρόλο που δε χαλούσε σέντσι ήταν μονίμως μεθυσμένος! Είχε τρυπήσει το βαρέλι!)
(αυτό είναι φαντασία, δικής μου εμπνεύσεως).

Έχω πιει δυο φορές White horse παλιό, πολύ παλιό, τότε που το κάθε μπουκάλι είχε περασμένο στο λαιμό ένα κορδονάκι μ’ ένα μικρό άσπρο άλογο και ήταν αριθμημένο. (Αριθμημένες μποτίλιες εκτός από σπάνια μαλτ βγάζει σήμερα και το Dewars 12, ίσως το καλύτερο δωδεκάρι αυτή τη στιγμή στην αγορά κατά τη γνώμη μου).
Λοιπόν, φίλοι, απ’ αυτό το White horse, (αλλά και από όποιο συνομήλικό του), όσο κι αν πιείτε, την επόμενη δεν θα έχετε κανένα κουσούρι. Ούτε ανακάτεμα, ούτε πονοκέφαλο, ούτε τίποτα. Θαύμα; Μάλλον αγνότερα υλικά και σεβασμός προς τον ανθρώπινο οργανισμό του καταναλωτή.

Η δεύτερη φορά ήταν στη Λευκάδα το βράδυ πριν το μεγάλο σεισμό του 2003 που παρ’ ολίγον ν’ αφήσουμε εκεί τα κοκαλάκια μας, όλοι οικογενειακώς.
Αυτό το White horse προερχόταν από τη φοβερή κάβα που είχε φτιάξει ο παππούς μου (κυρίως κρασιά, αλλά και λίγα ουίσκι) στο κελάρι του σπιτιού του (το οποίο βρίσκεται υψομετρικά κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, φανταστείτε υγρασία).
Το ήπιαμε κι ήταν υπέροχο, όπως αναμενόταν.

Η πρώτη φορά ήταν όταν συνειδητοποιημένος αλκοολόφιλος και ουισκόφιλος πια, γυρνούσα τα μπαρ της Ιταλίας. Στο Λέτσε λοιπόν υπήρχε το περίφημο μπαρ Alvino από τα πιο παλιά της πόλης στην κεντρική πλατεία Sant’ Oronzo.

Λίγα λόγια για το μπαρ Alvino
Το μπαρ ήτο στέκι των διανοούμενων και πολιτικών αντρών από την περίοδο του φασισμού (τότε που καλώς ή κακώς, όλοι οι Ιταλοί ήταν με τον Μουσολίνι κι έπειτα όλοι έγιναν παρτιζάνοι).
Ομοίως, κατά τη διάρκεια των ετών έχαιρε εκτίμησης μέχρι να φτάσει στο κατώφλι του 21 αιώνα όταν και είχε γίνει πια must για τους Λετσέζους.
Εκεί σύχναζε και η αφεντιά μου κι έπινε το μεσημεριανό του καφέ.
Μέχρι που ένα πρωί… να κλειστός ο Αλβίνος!
Τι είχε συμβεί;
Έκανε ντου η υγειονομική υπηρεσία (όπως κάνουν σήμερα στον Πειραιά) και στο εργαστήριο του μπαρ όπου φτιάχνονταν τα γλυκίσματα εβρέθησαν ποιος ξέρει τι ευρήματα, μπορεί και τρωκτικά όπως είπαν άλλοι με καλπάζουσα φαντασία.
Το θέμα είναι ότι συνέπεια αυτού του κλεισίματος οι ιδιοκτήτες αποφάσισαν να κάνουν ανακαίνιση.
Έτσι τις επόμενες μέρες που άνοιξαν πουλούσαν σε τιμή ευκαιρίας ό,τι υπήρχε στην αποθήκη (fondo magazino λένε οι Ιταλοί σε μια πετυχημένη έκφραση).
Κι ω του θαύματος, έβγαλαν για 10.000 λίρες (1700 δρχ τότε) μποτίλιες ουίσκι White horse, Seagram’s, Old Smugler, αλλά και Porto και κονιάκ. Σημειώνω ότι ένα Μπάλαν κόστιζε τότε στο σουπερμάρκετ 13 με 14.000 λίρες.
Φυσικά αγόρασα ό,τι μπόρεσα κι έχω ακόμα ένα White horse, ένα Seagram’s, κι ένα Old Smugler (η μάρκα είναι σχετικά άγνωστη και από καιρό έχει κλείσει. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η μποτίλια είναι συλλεκτική, αλλά εγώ επειδή τυγχάνει να γνωρίζω πότε κάτι είναι πραγματικά συλλεκτικό, θα πω απλώς ότι είναι λίγο σπάνια).
Πώς τα δοκίμασα αφού τα έχω ακόμα;
Έπεισα έναν φίλο μου κι αγόρασε κι αυτός ένα White horse, κι ένα Seagram’s. Αυτός ευτυχώς δεν είχε κολλήματα συλλογής όπως εγώ, τα άνοιξε και τα δύο και τα σκοτώσαμε σε δύο νύχτες.
Άλλη εμπειρία, φίλοι, σαν πίνεις μαλτ είκοσι χρόνων.
Το καναδέζικο Seagram’s (που εκτός από άψογο ήταν και υπερβολικά δυνατό, αλλά πάντα ΚΑΘΑΡΟΤΑΤΟ) είχε ταινία ασφαλείας που έγραφε 1968 (Θεωρώ ότι είναι χρονολογία. Τώρα αν είναι κωδικός, δε θα βάλω και το χέρι μου στη φωτιά. Αν κάποιος γνωρίζει περισσότερα ας μιλήσει τώρα ειδάλλως ας σωπάσει για πάντα).

Τι μάθαμε σήμερα λοιπόν;
Αν ποτέ πάτε σε κανένα σπίτι και βρείτε τέτοιο παλιό ουίσκι από τους προγόνους των ενοίκων, (καθότι υπάρχει και κόσμος που νομίζει ότι ουίσκι είναι αποδημητικό πουλί του Αμαζονίου, και καλά κάνει,) πείτε ότι μάλλον θα ’χει χαλάσει. Πάρτε το, υποτίθεται να το πετάξετε, και πιείτε το μαζί με όποιον εκτιμάτε περισσότερο.

Αυτό το μπλογκ έχει ξεφύγει τελείως…

Sunday, December 03, 2006

ΜΑΛΤ, ΜΩΛΤ, ΜΑΛΤΣ, ΟΥΙΣΚΙ ΡΕ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ! (Κεφάλαιο 1)

ΤΟ ΠΟΣΤ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ

Όπως αγαπάτε να το λέτε μαλτ, μωλτ, ή ουίσκι. Εσείς να ’στε καλά και να το πίνετε. Μετά το σουξέ που είχα σαν γευσιγνώστης μπαίνω τώρα σε χωράφια που γνωρίζω αρκετά καλά καθότι τα όργωνα στα άγουρα νιάτα μου.
Στα ποτά, στα αλκοόλια, στα ξύδια, αδερφάκι μου.

Κεφάλαιο πρώτο
Η ΑΠΑΡΧΗ ή όπως λένε οι Ιταλοί Le origini
(ή πώς άρχισαν όλα)

Οι βιαστικοί ίσως απορήσουν και ερωτήσουν: Ποιος είστε κύριε Μαμαλούκα μου που θα μας μιλήσετε για ουίσκι; Τι έχετε κατεβάσει εσείς;
Απάντηση 1: Σίγουρα υπάρχουν πολλοί που έχουν πιει περισσότερο, και μπράβο τους. Όμως μόνο εγώ έβγαλα βιβλίο με τίτλο «Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα» περνώντας στην αιωνιότητα των εραστών του οινοπνεύματος. Όχι;
Απάντηση 2: παραθέτω μερικές φωτογραφίες για να δείξω με τι θυσίες σπούδασα. Δεν έτρωγα για να πίνω κύριοι. Μάρτυς μου ο Θεός Μπάλαν.

Στη φωτο εικονίζεται η κουζίνα μας όταν δεχτήκαμε τον κύριο Ballantines που ήρθε κατευθείαν από τη Σκωτία για να παρακολουθήσει την πρόοδο μας.
Τα περισσότερα, φίλοι μου, είναι του λίτρου καθότι ήτανο duty free ορμώμενα. Είναι κοντά στα πενήντα κομμάτια και πατάνε πάνω σε κουτιά νεσκαφέ ώστε να φωτογραφηθούν σαν τη Μάντσεστερ United.


Εδώ περάσαμε στα ενδότερα. Η κρεβατοκάμαρα του συγγραφέα. Η εξάφυλλη ντουλάπα ήταν δική μου τελικά (για όσους έχουν διαβάσει το βιβλίο Αλκοόλ).

Η φωτο προκειμένου να πάρει όλη την ομάδα δεν αναδεικνύει τον αναρτημένο πλούτο. Όμως έχω 6 (αυστηρά γαλλικές) σαμπάνιες, καθότι ερωτύλος και αριστοκράτης (από τότε). Συνεχίζω με Κανάντιαν κλαμπ (9), ένα Ντιούαρς, ένα Τζακ, ένα Τζιμ Μπιμ (δώρο), ένα Μπάλαν 12, ένα γκλενφιντίς (αμούστακο παιδί στα μαλτ τότε) κι ακολουθούν δεκάξι σάουθερν κόμφορτ που όπως καταλαβαίνετε μου άρεσε ως νεανία. (Διακρίνεται κι ο Έγκον Σίλε καθότι δεν είμεθα και βόδια και αγαπούσαμε κάποια διαταραγμένα μυαλά των τεχνών… Περισσότερα όμως σε άλλο ποστ, ζωγραφικής).

Κύριες και κύριοι απολαύστε αυτό το ποστ και μοιραστείτε μαζί μου τη χαρά και την υπερηφάνια μου. Βρίσκομαι στο στοιχείο μου...

Ευχαριστώ τον φίλτατο Nuwanda και τους μαθητές του για το σκανάρισμα των φώτο.

ΠΡΟΣΟΧΗ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΠΛΟΓΚ ΔΕΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΙ ΤΟΝ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟ ΠΙΝΩ ΚΑΙ ΟΔΗΓΩ.

ΜΗΝ ΥΠΕΡΕΚΤΙΜΑΤΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΑΣ. ΧΩΣΤΕ ΕΝΑΝ ΦΙΛΟ ΣΑΣ ΝΑ ΜΗΝ ΠΙΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΣΑΣ ΚΑΝΕΙ ΤΟΝ ΣΟΦΕΡ.

Καρλότο Το μυστήριο του Μαντζαμπάρκε (κριτική)

ΜΑΣΙΜΟ ΚΑΡΛΟΤΟ, Το μυστήριο του μαντζαμπάρκε, αστυνομικό μυθιστόρημα, μτφ. Παναγιώτης Σκόνδρας, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2005.

Ο Μάσιμο Καρλότο ανήκει στους συγγραφείς που η ίδια τους η ζωή αποτέλεσε ένα πρώτης τάξεως υλικό για να χρησιμοποιήσουν στα βιβλία τους, ή αποτέλεσε και την ίδια την αιτία να γίνουν αστυνομικοί συγγραφείς. Ο Καρλότο πέρασε εφτά χρόνια στη φυλακή λόγω μιας δικαστικής πλάνης και δίνει το ίδιο παρελθόν στον ήρωά του, τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Αλιγάτορα, ενώ οι δικαστικές πλάνες δεν λείπουν ούτε από το παρόν βιβλίο, αλλά ούτε και από το πρώτο του αστυνομικό, Η αλήθεια του Αλιγάτορα, (εκδ. Καστανιώτη).
Στο Μυστήριο του μαντζαμπάρκε (που στην κυριολεξία σημαίνει βαρκοφάγος) η δράση εξελίσσεται στη Σαρδηνία, τόπο που επέλεξε να ζει τα τελευταία χρόνια κι ο ίδιος ο συγγραφέας. Αξίζει να γίνει μια ιδιαίτερη μνεία γι’ αυτό το, γεμάτο φυσικές ομορφιές, νησί, που ταυτόχρονα όμως είναι ένας τόπος σκληρών ανθρώπων, κατέχει μια ανατριχιαστική παράδοση στις απαγωγές προσώπων, ενώ παντού επικρατεί μια ομερτά αντίστοιχη μ’ εκείνη της Σικελίας.
Η υπόθεση που καλείται ν’ αναλάβει ο Αλιγάτορας είναι να βρει τα ίχνη ενός δικηγόρου που εξαφανίστηκε ξαφνικά δέκα χρόνια πριν και εξ’ αιτίας του οποίου, αλλά και μιας δικαστικής πλάνης, τρεις αθώοι δικηγόροι φυλακίστηκαν άδικα. Φυσικά οι δυσκολίες είναι πολλές καθώς ο ντετέκτιβ κι ο πιστός του φίλος, ο γερο - Ροσίνι, γρήγορα ανακαλύπτουν πως στην υπόθεση είναι μπλεγμένοι πρώην στρατιωτικοί που πλούτισαν με λαθρεμπόριο, αλλά και Γάλλοι που πολεμούν το απελευθερωτικό κίνημα της Κορσικής συνεργαζόμενοι με Ιταλούς πρώην μυστικούς πράκτορες. Η βία δεν θ’ αργήσει να ξεσπάσει και να τους παρασύρει σε μια επικίνδυνη περιπέτεια. Προκαλεί ωστόσο κάποια εντύπωση η παντελής έλλειψη της αστυνομίας ή των καραμπινιέρων στην πλοκή και την εξέλιξη της ιστορίας από τη στιγμή που μέσα στην πρωτεύουσα, το Κάλιαρι, διαδραματίζονται αρκετές δολοφονίες και ληστείες, με λίγα λόγια οι καλοί κι οι κακοί αλληλοεξοντώνονται χωρίς την παραμικρή ενόχληση.
Όσο για τους ήρωες, αναμφίβολα την παράσταση κλέβει ο πενηντάρης, και γι’ αυτό λίγο γερασμένος, Μπενιαμίνο Ροσίνι, ο κολλητός του Αλιγάτορα, ένας κακοποιός της παλιάς σχολής που πιστεύει και σέβεται ακόμα τους άγραφους κώδικες τιμής ανάμεσα στα μέλη του υποκόσμου, αφήνοντας σε γοητεία πολύ πίσω τον ίδιο τον Αλιγάτορα που συχνά παρουσιάζεται αμήχανος και κλαψιάρης, αιωνίως βουτηγμένος στα μπλουζ και στο ποτό καλβάντος το οποίο δεν πίνει απλώς, αλλά κάθε φορά μεθάει μέχρι τελικής πτώσεως μ’ αυτό.
Πέραν αυτών πρόκειται για ένα καθαρά αστυνομικό ανάγνωσμα με έντονο ρυθμό, σκληρές περιγραφές, στρωτή γρήγορη γλώσσα και κυνικό χιούμορ.


Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Διαβάζω

Friday, December 01, 2006

Τι μας έμεινε απ' το 5απλό έγκλημα

1 δολοφόνο που κέρδισε αιώνια δημοσιότητα μέχρι το θάνατό του

6 ή 5 ή 4 διαλυμένες οικόγενειες, όπως θέλετε.

άλλη μια απόδειξη πόσο κτήνη μπορούν να γίνουν οι τηλεοπτικοί αστέρες δημοσιογράφοι.
(ξεχωρίζω ιδιαίτερα τον Κουίκ ο οποίος έχει εγκαταλείψει όποιο σοβαρό δημοσιογραφικό παρελθόν είχε κι έχει γίνει χειρότερος από την Τατιάνα ειδικά όταν παίρνει εκείνο το συντετριμένο ύφος)

άλλη μια γελοία παρέλαση διάφορων ηλίθιων από το γυαλί
(τώρα έγινε διαγωνισμός ποιος θα βγάλει την πιο γκόμενα εγκληματολόγο. νομίζω κέρδισε το Άλτερ με μια ξανθιά, αλλά αυτά είναι γούστα).

σιγά σιγά σκάνε μύτη οι διάσημοι δικηγόροι (Δημητρακόπουλος. στοίχημα ότι θα ρθει κι ο Κούγιας σε λίγο;)

τον αστυνομικό επιθεωρητή Νοτίου Ελλάδος ο οποίος δεν μπορούσε να μιλήσει, (δεν ξέρει;) δεν μπορούσε να κάνει μια αναπαράσταση των γεγονότων αλλά χαμογελούσε συνεχώς για τη μεγάλη επιτυχία της αστυνομίας.

Αναμφίβολα ήταν η πιο εύκολη δυνατή υπόθεση. ο φονίας ήταν ο κοντινότερος κάτοικος στο σημείο του μακελειού, στο χωράφι του έγιναν οι φόνοι, είχε κρατήσει το όπλο, τις γαλότσες, τα ματωμένα ρούχα, ήταν τραυματισμένος από σκάγι.
προτείνω να στείλουμε την υπόθεση στο FBI ως παράδειγμα κωλοφαρδίας των αρχών σε υπόθεση.

Κι όσο έχει ψωμί συνεχίζουν.

Μακριά από μας.