Ο τελευταίος μύθος
Μια βραδιά όπως όλες τις άλλες.
Χρόνια πριν.
Είχαμε πάει για φαγητό στην ταβέρνα του Καραβίτη. Μόλις καθίσαμε έριξα μια ματιά στο χώρο και στα διπλανά τραπέζια. Το βλέμμα μου τον προσπέρασε κι αμέσως ξαναγύρισε πάνω του.
Καθόταν πολύ κοντά μου.
Ήταν μ’ αυτή τη μάγισσα με τα μαύρα νύχια που η μοίρα του επιφύλασσε για τελευταία σύντροφο.
Δεν ήθελα να κοιτάξω ξανά, σκέφτηκα ότι συνέχεια –μια ζωή- ο κόσμος θα τον κοίταγε. Όμως δεν μπορούσα ν’ αντισταθώ.
Ο τελευταίος μύθος, είπα από μέσα μου.
Κοίτα τον, δε θα τον ξαναδείς.
Ήταν σκυμμένος πάνω στο τραπέζι του. Τα μάτια του ήταν μισόκλειστα, καρφωμένα σ’ ένα μικρό ποτήρι κρασί μπροστά του. Έδειχνε έτοιμος να κλάψει.
Όπως η αίθουσα δεν είχε καμία διακόσμηση εκτός από μια σειρά τεράστια βαρέλια πίσω του, νόμιζα πως ο χρόνος έφυγε ιλιγγιωδώς προς τα πίσω. Και τον είδα ξανά. Να τρέχει με το ποδήλατό του, να φτιάχνει το μαλλί, να σερβίρει στο φτηνομάγαζο ουζάκι και μεζέ, να γελάει…
Κοίτα τον, έλεγα, κοίτα τον, ο τελευταίος μύθος.
Εκείνος παρέμενε σκυμμένος, προσηλωμένος στο κρασί του. Αμίλητος. Τα μάτια μισόκλειστα, λες γεμάτα δάκρυα.
Ο Ζήκος.
Ούτε ένα χρόνο μετά, χάθηκε.
Δύο βράδια έχω ξυπνήσει στις τέσσερις και έχω συνθέσει το ποστ, πολύ καλύτερα βέβαια, στο μυαλό μου. Ε, αυτή τη φορά σηκώθηκα και το 'γραψα κιόλας.
Αν δεν έβρισκα φωτογραφία από το «Της κακομοίρας» δε θα το ανέβαζα.
Όμως θα τον προτιμούσα γελαστό, να τρέχει με το ποδήλατο και να τραγουδάει.
Χρόνια πριν.
Είχαμε πάει για φαγητό στην ταβέρνα του Καραβίτη. Μόλις καθίσαμε έριξα μια ματιά στο χώρο και στα διπλανά τραπέζια. Το βλέμμα μου τον προσπέρασε κι αμέσως ξαναγύρισε πάνω του.
Καθόταν πολύ κοντά μου.
Ήταν μ’ αυτή τη μάγισσα με τα μαύρα νύχια που η μοίρα του επιφύλασσε για τελευταία σύντροφο.
Δεν ήθελα να κοιτάξω ξανά, σκέφτηκα ότι συνέχεια –μια ζωή- ο κόσμος θα τον κοίταγε. Όμως δεν μπορούσα ν’ αντισταθώ.
Ο τελευταίος μύθος, είπα από μέσα μου.
Κοίτα τον, δε θα τον ξαναδείς.
Ήταν σκυμμένος πάνω στο τραπέζι του. Τα μάτια του ήταν μισόκλειστα, καρφωμένα σ’ ένα μικρό ποτήρι κρασί μπροστά του. Έδειχνε έτοιμος να κλάψει.
Όπως η αίθουσα δεν είχε καμία διακόσμηση εκτός από μια σειρά τεράστια βαρέλια πίσω του, νόμιζα πως ο χρόνος έφυγε ιλιγγιωδώς προς τα πίσω. Και τον είδα ξανά. Να τρέχει με το ποδήλατό του, να φτιάχνει το μαλλί, να σερβίρει στο φτηνομάγαζο ουζάκι και μεζέ, να γελάει…
Κοίτα τον, έλεγα, κοίτα τον, ο τελευταίος μύθος.
Εκείνος παρέμενε σκυμμένος, προσηλωμένος στο κρασί του. Αμίλητος. Τα μάτια μισόκλειστα, λες γεμάτα δάκρυα.
Ο Ζήκος.
Ούτε ένα χρόνο μετά, χάθηκε.
Δύο βράδια έχω ξυπνήσει στις τέσσερις και έχω συνθέσει το ποστ, πολύ καλύτερα βέβαια, στο μυαλό μου. Ε, αυτή τη φορά σηκώθηκα και το 'γραψα κιόλας.
Αν δεν έβρισκα φωτογραφία από το «Της κακομοίρας» δε θα το ανέβαζα.
Όμως θα τον προτιμούσα γελαστό, να τρέχει με το ποδήλατο και να τραγουδάει.
Labels: πρόσωπα
10 Comments:
Πολύ όμορφο ποστ. Στο παρακάτω link, οι αποδείξεις αυτών που έγραψες.:-))
http://www.youtube.com/watch?v=GApRuiKqnKY
...καλα βρε, τσιγγουνευτηκες να γραψεις δυο λογια παραπανω???
...σκουτσέζε!!! :)
...πάω στο γιατρό τώρα εγώ.....
Βρε παιδάκι μου, τι ώρα ανέβαζες το ποστ; Ελπίζω να μη ξενυχτάς λόγω ιώσεων...Ναι, είναι θλιβερό αυτό που συμβαίνει με τους "μύθους", γιατί ό,τι κι αν μάθεις γι' αυτούς δεν τους απομυθοποιείς, αλλά τους λυπάσαι, και δεν θέλουν τον οίκτο σου (όχι το δικό σου, όλων, απλώς γράφω σε β΄ πρόσωπο), αλλά το θαυμασμό μου αιώνια, γι' αυτό είχαν τ' αστέρι που έλαμπε μέσα τους, πάνω τους, έξω απ' αυτούς, στην ψυχή του κοινού.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση προτείνω να του δώσουμε εκείνο που προσδοκούσε μια ζωή από τους άλλους και το έπαιρνε τελικά αβίαστα: γέλιο. ας γελάσουμε από την καρδιά μας. του αξίζει
ο νουβαντούλης άρρωστος κι αυτός;
"θαυμασμό μας", αμάν πια, γράφω άθλια
Αγαπημένη ταινία "της κακομοίρας "! ΗΘΟΠΟΙΟΣ ανεπανάληπτος. Η ερμηνεία των ρόλων του "ιστορικό ντοκιμαντέρ" μιας εποχής που έχει φύγει ανεπιστρεπτί δυστυχώς.
Ζηκος: (Μιλάει στο τηλέφωνο) Τι να 'χουμε; Ναι, νομίζω πως έχουμε ένα και μοναχικό. Για αναμείνατε ολίγον τι... Είναι αυτό που έχει μια τρούπα στη μέση;... Δεν ξέρω να σας πω τι μάρκα είναι γιατί τα
γράμματα είναι τ' ανάσκελα!... Ε, μάλλον δεν θα είναι ελληνικής
κατασκευής, θα είναι αλλοδαπής προελεύσεως, γιατί βλέπω πολλά μασκαραλίκια απ' όξω! Έχει κάτι γατιά, κάτι λιοντάρια!... Πάντως εσείς θα τα φάτε;... Όχι, θα τ' ανάψετε!... Ε, άμα ανάψουν ανάψανε! Μάλιστα θα τα στείλω σε πρώτη ευκαιρία γιατί λείπει ο μικρός!... Σας μερσώ μαντάμ!
Ωρέ ντουβάρ!
:)
Μπορούμε να ελπίζουμε ότι "μετά" θα έχει ο καθένας από μας ένα ποδήλατο, για να τρέχει και να τραγουδάει. Αλλιώς, άστα να πάνε...
Σας πεθυμήσαμε, Μαμαλούξ, δεν μαζεύουμε και τους άλλους να πάμε για κανένα ξύδι?
σ ευχαριστω Τζόρτζια.
Νουβάντα: σκουτζέσε εσύ!
Σκαλίδη: Αυπνίες παιδί μου, όχι ιώσεις, είμαι ο μόνος απ' τη φαμίλια που δεν αρρώστησα.
Νάθινγκ: άπαιχτος, ατελείωτος. βάζω την ταινία όποτε έχω τις μαύρες μου. μέχρι τη μέση όμως γιατί το τέλος είναι πικρό.
Ντολλ
κάπου διάβασα ότι γίνατε σταρ. θα μαζευτούμε συντόμως.
ειλικρινά αυτή η γυναίκα με τρόμαζε και εμένα. τόσο προκλητικά σκοτεινή...
και εκείνος αφημένος σε μια σκοτεινή μοίρα που τον οδηγούσε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην παρακμή και στο τέλος...
αλεξάνδρα
για τη μάγισσα: δεν έχεις δει τίποτα.
...κι εκείνος αφημένος... πραγματικά έτσι έδειχνε.
Post a Comment
<< Home