Ταξίδι στην ελευθερία και το θάνατο
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Ο αληθινός Κρίστοφερ Μακάντλες
Το ταξίδι τού Μακάντλες είχε ξεκινήσει δύο χρόνια πριν. Ο παράτολμος γιος μιας μεσοαστικής οικογένειας από την Ουάσιγκτον, αποφοιτώντας από το Γυμνάσιο, δίνει τις οικονομίες του, κάπου 24.000 δολάρια μαζεμένα για να σπουδάσει στη Νομική, σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, βάζει τα ελάχιστα υπάρχοντά του σε ένα παλιό αμάξι, αλλάζει το όνομά του σε Αλεξάντερ Σούπερτραμπ και φεύγει για την Αριζόνα. Περιπλανιέται εκεί δουλεύοντας ως περιστασιακός εργάτης στις φυτείες και όταν το αυτοκίνητο διαλύεται, του βάζει φωτιά, καίει τα τελευταία του χρήματα και αρχίζει τη ζωή του περιπλανώμενου αλήτη.Η μόνη επικοινωνία που έχει στο ταξίδι του είναι η αλληλογραφία με έναν παλιό του φίλο. Αυτός του στέλνει πότε πότε και κάποια χρήματα. Αλλά ο Μακάντλες απαντάει: «Οι μέρες που ήμουν άφραγκος και έπρεπε να αναζητήσω το επόμενο γεύμα μου ήταν πιο συναρπαστικές. Αποφάσισα να ζήσω για λίγο ακόμα αυτή τη ζωή. Η ελευθερία και η απλή ομορφιά της είναι πολύ γοητευτικά για να τα παρατήσω».Ο Μακάντλες ταξιδεύει διαρκώς, παίρνει ένα μεταχειρισμένο κανό και κατεβαίνει τον ποταμό Κολοράντο ώς τον κόλπο της Καλιφόρνιας. Περνάει παράνομα τα σύνορα με το Μεξικό και διασχίζει με τα πόδια τις έρημες ακρογιαλιές τής Σάντα Κλάρα. Ξαναμπαίνει στην Αμερική και ζει στους δρόμους μαζί με «αλήτες και αλκοολικούς». Και από την Αριζόνα στέλνει στο φίλο του γράμμα ότι «τώρα σκοπεύω πραγματικά να ταξιδέψω» και γράφει ότι σχεδιάζει να φτάσει στις ερημιές της Αλάσκας. Αρνείται το αεροπορικό εισιτήριο που του προσφέρει ο φίλος του και φτάνει με οτοστόπ ύστερα από δύο μήνες.«Τελικά έφτασα» σημειώνει στην τελευταία του επιστολή. «Μάλλον θα μου πάρει πολύ καιρό μέχρι να επιστρέψω στα νότια. Αν αυτή η περιπέτεια αποδειχτεί μοιραία για μένα και δεν ξανακούσεις νέα μου, να ξέρεις ότι είσαι υπέροχος άνθρωπος. Τώρα θα ξεκινήσω το ταξίδι μου στην άγρια φύση».
Ο Εμίλ Χερς που υποδύεται τον Μακάντλες
Ο αληθινός Κρίστοφερ Μακάντλες
«Βοήθεια! Χρειάζομαι βοήθεια. Είμαι πολύ άρρωστος και πολύ αδύναμος για να φύγω από εδώ. Είμαι μόνος μου, δεν πρόκειται για αστείο. Για όνομα του Θεού, σας παρακαλώ μείνετε εδώ για να με σώσετε. Εχω βγει για να μαζέψω βατόμουρα και θα επιστρέψω το απόγευμα. Ευχαριστώ. Κρίστοφερ Μακάντλες».
Αυτό έγραφε το αλλόκοτο σημείωμα, σε μία σελίδα κομμένη από μυθιστόρημα του Γκόγκολ στην πόρτα ενός εγκαταλειμμένου λεωφορείου κοντά στο Εθνικό Πάρκο Ντενάλι στην Αλάσκα. Το ανακάλυψε ένα ζευγάρι εκδρομέων, που περιπλανιόταν στην περιοχή στις 6 Σεπτεμβρίου του 1992. Την ίδια ώρα τρεις κυνηγοί άλκεων πέρασαν από εκείνο το σημείο ψάχνοντας θηράματα. Μαζί με το ζευγάρι έψαξαν το λεωφορείο. Στο βάθος του ήταν ένα μπλε σλίπινγκ μπαγκ. Ο ένας κυνηγός πλησίασε και είδε να ξεπροβάλλει ένα κεφάλι. Ο Κρίστοφερ Μακάντλες είχε πεθάνει ήδη δυόμισι εβδομάδες πριν από ασιτία. Οταν βρέθηκε, ζύγιζε μόλις τριάντα κιλά. Ο ονειροπόλος ταξιδιώτης, που είχε επηρεαστεί από το «Ουόλντεν» του Ντέιβιντ Θορό για μια ζωή μακριά από τον πολιτισμό, είχε ολοκληρώσει το ταξίδι του προς την αναζήτηση της ελευθερίας και της ομορφιάς. Η περιπετειώδης ζωή του ήταν αυτή που ενέπνευσε το συγγραφέα και ορειβάτη Τζον Κρακάουερ να γράψει το βιβλίο «Into The Wild», στο οποίο βασίστηκε η ταινία τού Σον Πεν «Ταξίδι στην άγρια φύση».
Το εγκαταλειμμένο λεωφορείο, τελευταίο καταφύγιο του Κρίστοφερ Μακάντλες
Το εγκαταλειμμένο λεωφορείο, τελευταίο καταφύγιο του Κρίστοφερ Μακάντλες
Το ταξίδι τού Μακάντλες είχε ξεκινήσει δύο χρόνια πριν. Ο παράτολμος γιος μιας μεσοαστικής οικογένειας από την Ουάσιγκτον, αποφοιτώντας από το Γυμνάσιο, δίνει τις οικονομίες του, κάπου 24.000 δολάρια μαζεμένα για να σπουδάσει στη Νομική, σε φιλανθρωπικές οργανώσεις, βάζει τα ελάχιστα υπάρχοντά του σε ένα παλιό αμάξι, αλλάζει το όνομά του σε Αλεξάντερ Σούπερτραμπ και φεύγει για την Αριζόνα. Περιπλανιέται εκεί δουλεύοντας ως περιστασιακός εργάτης στις φυτείες και όταν το αυτοκίνητο διαλύεται, του βάζει φωτιά, καίει τα τελευταία του χρήματα και αρχίζει τη ζωή του περιπλανώμενου αλήτη.Η μόνη επικοινωνία που έχει στο ταξίδι του είναι η αλληλογραφία με έναν παλιό του φίλο. Αυτός του στέλνει πότε πότε και κάποια χρήματα. Αλλά ο Μακάντλες απαντάει: «Οι μέρες που ήμουν άφραγκος και έπρεπε να αναζητήσω το επόμενο γεύμα μου ήταν πιο συναρπαστικές. Αποφάσισα να ζήσω για λίγο ακόμα αυτή τη ζωή. Η ελευθερία και η απλή ομορφιά της είναι πολύ γοητευτικά για να τα παρατήσω».Ο Μακάντλες ταξιδεύει διαρκώς, παίρνει ένα μεταχειρισμένο κανό και κατεβαίνει τον ποταμό Κολοράντο ώς τον κόλπο της Καλιφόρνιας. Περνάει παράνομα τα σύνορα με το Μεξικό και διασχίζει με τα πόδια τις έρημες ακρογιαλιές τής Σάντα Κλάρα. Ξαναμπαίνει στην Αμερική και ζει στους δρόμους μαζί με «αλήτες και αλκοολικούς». Και από την Αριζόνα στέλνει στο φίλο του γράμμα ότι «τώρα σκοπεύω πραγματικά να ταξιδέψω» και γράφει ότι σχεδιάζει να φτάσει στις ερημιές της Αλάσκας. Αρνείται το αεροπορικό εισιτήριο που του προσφέρει ο φίλος του και φτάνει με οτοστόπ ύστερα από δύο μήνες.«Τελικά έφτασα» σημειώνει στην τελευταία του επιστολή. «Μάλλον θα μου πάρει πολύ καιρό μέχρι να επιστρέψω στα νότια. Αν αυτή η περιπέτεια αποδειχτεί μοιραία για μένα και δεν ξανακούσεις νέα μου, να ξέρεις ότι είσαι υπέροχος άνθρωπος. Τώρα θα ξεκινήσω το ταξίδι μου στην άγρια φύση».
Ο Εμίλ Χερς που υποδύεται τον Μακάντλες
Οι μαρτυρίες στη πόλη Φέρμπανκς, στην Αλάσκα, μιλούσαν για έναν τύπο που αγόρασε μία καραμπίνα και έφυγε στο άγνωστο με ένα μικρό σάκο στον ώμο. Περιείχε κυρίως βιβλία του Θορό και του Τολστόι. Ο τελευταίος άνθρωπος που τον είδε ήταν ο οδηγός που τον πήρε, καθώς έκανε οτοστόπ προς το Εθνικό Πάρκο Ντελάνι. Ο Μακάντλες τού συστήθηκε ως Αλεξ και του είπε: «Πάω να ζήσω στην φύση για μερικούς μήνες». Οταν έφτασαν στον προορισμό του, του άφησε το χάρτη που είχε μαζί του, το ρολόι και τη χτένα του. «Δεν θέλω να ξέρω ούτε τι ώρα είναι ούτε τι μέρα είναι ούτε καν πού βρίσκομαι. Γιατί τίποτε απ' όλα αυτά δεν έχει σημασία» του είπε ως αποχαιρετισμό.Η ιστορία αυτού του εικοσιδυάχρονου ρομαντικού έγινε μύθος στις ΗΠΑ. Ιδιαίτερα μετά την κυκλοφορία το 1996 του βιβλίου «Into The Wild» του Τζον Κρακάουερ, που περιγράφει την οδύσσεια του μεσοαστού πιτσιρικά. Από τότε άρχισαν τα ταξίδια-προσκυνήματα πολλών εφήβων στο εγκαταλειμμένο λεωφορείο στην Αλάσκα για να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους και να ζήσουν μια μοναδική περιπέτεια. Πάντως οι Αρχές εκεί δεν είναι και ιδιαίτερα ευτυχείς για αυτήν την εξέλιξη. Αλλωστε οι ρέιντζερ της Αλάσκας δεν βρίσκουν τίποτε ηρωικό στην «αυτοκτονία», όπως την αποκαλούν, του Κρίστοφερ. «Το παιδί βρέθηκε εκεί», λένε, «χωρίς τρόφιμα και χάρτη και χωρίς να έχει ιδέα από μαθήματα επιβίωσης στη φύση. Δεν υπάρχει τίποτε το μεγαλειώδες σε αυτό. Το παιδί πέθανε από ασιτία μόλις 20 χιλιόμετρα από την Εθνική οδό».
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 23/02/2008
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 23/02/2008
2 Comments:
θα συμφωνήσω απόλυτα με τους ρέιντζερ της Αλασκα...πολύ θλιβερό...
ως αρθρο όμως πολύ ωραίο...
κοοκ
καλημέρα
όντως θλιβερό... τόση δίψα για ζωή που αποδεικνύεται κατστροφική
Post a Comment
<< Home