Συγγραφή 6 (ή Ο δύσκολος δρόμος της επιστροφής και της συγγραφής)
Εδώ είμαι. Και σκέφτομαι ότι επιστρέφοντας στην Ελλάδα χάρισα 23 μήνες από τη ζωή μου στο Πολεμικό Ναυτικό. Ήταν μια δύσκολη περίοδος, όχι τόσο λόγω της «στρατευμένης» ζωής, όσο του νόστου για την ανέμελη φοιτητική ζωή και του άγχους του «τι θα κάνω παρακάτω». Όμως ήταν ταυτόχρονα και μια επιστροφή στην ελληνική λογοτεχνία, αλλά και στα πρώτα βήματα μιας πιο «πειθαρχημένης» προσπάθειας συγγραφής.
Όταν απολύθηκα σκέφτηκα ότι όπως το ΠΝ μου πήρε δυο χρόνια ζωής μπορούσε και να μου δώσει κάτι σε αντάλλαγμα. Κι αυτό ήταν εμπειρίες και εικόνες, πολλές εικόνες, όπως τις κατέγραψα εγώ που δε στερούμαι φαντασίας και (συγγραφικής) διαστροφής. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα γι’ αυτό που αργότερα θα γινόταν το πρώτο μου αστυνομικό μυθιστόρημα, το «Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού». Ένας ναύτης αποφασίζει να ληστέψει μια χρηματαποστολή του ΠΝ με λεία 3 δισεκατομμύρια δραχμές. Ξεκίνησα να το γράφω, αλλά συνάντησα δυσκολίες στο χτίσιμο της (ομολογουμένως δύσκολης) πλοκής. Κι έμεινε προσωρινά στο συρτάρι μου. Φαίνεται ότι τελικά ήταν γραμμένο στη μοίρα μου το πρώτο μου βιβλίο να είναι ένας φόρος τιμής στη νιότη μου και στην Ιταλία, όχι φυσικά τη φιγουρατζίδικη κι αστραφτερή, αλλά την γκρίζα, την αθέατη, αυτή που αργά ή γρήγορα γνωρίζει όποιος τη ζήσει από κοντά.
Έτσι γεννήθηκε το «Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα». Ένα βιβλίο που εξακολουθεί να πουλάει, να συζητιέται, να ιντριγκάρει, να μελαγχολεί, να έχει φανατικούς φίλους (σίγουρα κι εχθρούς) να «τρυπάει» (puntare) ευχάριστα ή δυσάρεστα συνειδήσεις και καρδιές, ένα βιβλίο μ’ έναν προβοκατόρικο τίτλο (ένα ομότιτλο γκρουπ στο facebook, άσχετο με μένα, αριθμεί 54.000 μέλη) και που όσο έγραφα καταλάβαινα ότι θα περάσει αυτά που ήθελα να πω και θα δείξει αυτά που ήθελα να δείξω στους κατάλληλους ανθρώπους. Και τι ευτυχία, τι ικανοποίηση, όταν βλέπεις το πρώτο σου βιβλίο να μεταφέρεται στον κινηματογράφο. Οι διάλογοι που έγραφες να ζωντανεύουν, κάποιες εικόνες που φαντάστηκες να κυλάνε μπροστά σου ολοζώντανες.
Από τότε άρχισα να πιστεύω ότι στο σύμπαν και στη μοίρα μας πρέπει να υπάρχει κάποια ισορροπία. Σ’ έναν απαισιόδοξο σαν κι εμένα κάποιος προβλέπει και σου κάνει μια τέτοια μεγάλη τονωτική ένεση ώστε να συνεχίσεις έναν ψυχοφθόρο και δύσκολο δρόμο όπως είναι αυτός της συγγραφής, ειδικά σε μια περίοδο όπου έχεις παντρευτεί το κορίτσι της νιότης σου κι έχεις κάνει και το πρώτο σου αγγελάκι, τη Μάουρα, που χαμογελάει συνεχώς και θέλει να ζήσει την κάθε στιγμή στον περίεργο αυτό κόσμο που ήρθε, ώστε δεν κοιμάται καθόλου (μα καθόλου) για τους πρώτους 17 μήνες της ζωής της.
(Λέτε να υπάρχω και σε λίγες μέρες;)
Όταν απολύθηκα σκέφτηκα ότι όπως το ΠΝ μου πήρε δυο χρόνια ζωής μπορούσε και να μου δώσει κάτι σε αντάλλαγμα. Κι αυτό ήταν εμπειρίες και εικόνες, πολλές εικόνες, όπως τις κατέγραψα εγώ που δε στερούμαι φαντασίας και (συγγραφικής) διαστροφής. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα γι’ αυτό που αργότερα θα γινόταν το πρώτο μου αστυνομικό μυθιστόρημα, το «Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού». Ένας ναύτης αποφασίζει να ληστέψει μια χρηματαποστολή του ΠΝ με λεία 3 δισεκατομμύρια δραχμές. Ξεκίνησα να το γράφω, αλλά συνάντησα δυσκολίες στο χτίσιμο της (ομολογουμένως δύσκολης) πλοκής. Κι έμεινε προσωρινά στο συρτάρι μου. Φαίνεται ότι τελικά ήταν γραμμένο στη μοίρα μου το πρώτο μου βιβλίο να είναι ένας φόρος τιμής στη νιότη μου και στην Ιταλία, όχι φυσικά τη φιγουρατζίδικη κι αστραφτερή, αλλά την γκρίζα, την αθέατη, αυτή που αργά ή γρήγορα γνωρίζει όποιος τη ζήσει από κοντά.
Έτσι γεννήθηκε το «Όσο υπάρχει αλκοόλ υπάρχει ελπίδα». Ένα βιβλίο που εξακολουθεί να πουλάει, να συζητιέται, να ιντριγκάρει, να μελαγχολεί, να έχει φανατικούς φίλους (σίγουρα κι εχθρούς) να «τρυπάει» (puntare) ευχάριστα ή δυσάρεστα συνειδήσεις και καρδιές, ένα βιβλίο μ’ έναν προβοκατόρικο τίτλο (ένα ομότιτλο γκρουπ στο facebook, άσχετο με μένα, αριθμεί 54.000 μέλη) και που όσο έγραφα καταλάβαινα ότι θα περάσει αυτά που ήθελα να πω και θα δείξει αυτά που ήθελα να δείξω στους κατάλληλους ανθρώπους. Και τι ευτυχία, τι ικανοποίηση, όταν βλέπεις το πρώτο σου βιβλίο να μεταφέρεται στον κινηματογράφο. Οι διάλογοι που έγραφες να ζωντανεύουν, κάποιες εικόνες που φαντάστηκες να κυλάνε μπροστά σου ολοζώντανες.
Από τότε άρχισα να πιστεύω ότι στο σύμπαν και στη μοίρα μας πρέπει να υπάρχει κάποια ισορροπία. Σ’ έναν απαισιόδοξο σαν κι εμένα κάποιος προβλέπει και σου κάνει μια τέτοια μεγάλη τονωτική ένεση ώστε να συνεχίσεις έναν ψυχοφθόρο και δύσκολο δρόμο όπως είναι αυτός της συγγραφής, ειδικά σε μια περίοδο όπου έχεις παντρευτεί το κορίτσι της νιότης σου κι έχεις κάνει και το πρώτο σου αγγελάκι, τη Μάουρα, που χαμογελάει συνεχώς και θέλει να ζήσει την κάθε στιγμή στον περίεργο αυτό κόσμο που ήρθε, ώστε δεν κοιμάται καθόλου (μα καθόλου) για τους πρώτους 17 μήνες της ζωής της.
(Λέτε να υπάρχω και σε λίγες μέρες;)
10 Comments:
Πριν από χρόνια, στο σπίτι ενός φίλου (ολίγον αλκοολικού :P) είχα δει στον τοίχο κολλημένο ένα κομμάτι χαρτί, σαν flyer, με τον τίτλο του βιβλίου σου και να σου πω την αλήθεια τότε δεν είχα δώσει σημασία, δεν είχα καταλάβει καν ότι πρόκειται περί βιβλίου... Σε παραδέχομαι πάντως, είναι από τους πιο ευρηματικούς τίτλους που έχω δει...
Να σας ζήσει η μικρή (άγρυπνη) Μάουρα... :)
..φαίνεται η Μάουρα είναι η ενσάρκωση της "άγρυπνης" έμπνευσής σου και τότε και τώρα, που σε οδηγεί σε μονοπάτια ιστοριών, που τουλάχιστον εμένα με έχουν κρατήσει ..άγρυπνη αρκετές φορές!! :))
@Snowball
Καλως ορίσατε στο μπλογκ, σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια!
@Σοφία
Σ ευχαριστώ Σοφία μου, είσαι πιστή φαν!
Scrivere è vivere... Θα υπάρχεις και αύριο...
Πολλούς χαιρετισμούς στο όμορφο κορίτσι της νιότης σου και στα αγγελούδια σου βέβαια!!
@Anonymous
Μπορεί... ευχαριστώ πάντως
@maximus
σ ευχαριστούμε!
Εγώ που αγαπάω το "αλκοόλ σου", θαυμάζω τον τρόπο που γράφτηκε...
Να σαι καλά...
Ήρθα να σχολιάσω τις άλλες δυο αναρτήσεις που είχε ο ρίντερ, αλλά δε με χαλάει. ;)
Όταν διάβασα το Αλκοόλ έχοντας διαβάσει πρώτα το Βοτανικό, την Απαγωγή και τη Χαμένη βιβλιοθήκη ήταν συγκλονιστικό γιατί ήταν και διαφορετικό τόσο απ΄τ' άλλα, αλλά αργότερα συνειδητοποίησα πως με απασχόλησε νοητικά περισσότερο. Ο Βοτανικός είναι "έτοιμο" σενάριο για φιλμ. Εγώ όταν το διάβαζα είχα την εντύπωση πως το έβλεπα παιγμένο. (Φαν του αστυνομικού δηλώνω εξάλλου, αλλά και γκρούπι Μαμαλούκα, μην ξεχνιόμαστε! :) )
Το ίδιο συναίσθημα -απείρως δυνατότερο- ένιωσα όταν διάβασα τη Φίνι.
Μαθαίνοντας τΙς συνθήκες και τον τρόπο γραφής του λέω άλλη μια φορά μπράβο!!
Όχι, δεν ξέχασα τη Μοναξιά, δεν μπορώ να το εκφράσω καλά(μου τη δίνει αυτό γιατί άλλο να στα λέω από κοντά γμτ), αλλά νομίζω πως είναι πιο κοντά στη Φίνι (ως ύφος ; φτου. Χμ, νομίζω καταλαβαίνεις τι εννοώ) παρά στα 3 προηγούμενα. Κι αυτό πολύ μου άρεσε, να το πω. ;)
Να ΄σαι καλά, Δημήτρη , να γράφεις! :)
Υ.γ. Οι φράσεις στην παρένθεση μου θυμίζουν Μίζερυ. χαχαχα
renata μου σ ευχαριστώ πολύ
θα σου γραψω πιο πολλά αυριο
Post a Comment
<< Home