Συγγραφή 7: Ο Βοτανικός. Το δεύτερο βιβλίο
Είμαι εδώ και συνεχίζω, τίποτα κακό δε συνέβη…
Μετά το «αλκοόλ» λοιπόν συνεχίζεται μια δύσκολη περίοδος που η συγγραφή μοιάζει με άλογο που δύσκολα εξημερώνεται και όλα γύρω σου νομίζεις ότι σε σαμποτάρουν. Από τον υπολογιστή και το πληκτρολόγιο μέχρι το word που σου σπάει τα νεύρα (αφού το ’μαθες ολομόναχος και με άπειρους πειραματισμούς).
Σειρά στα συγγραφικά progetti του μυαλού μου έχει ο Βοτανικός. Το γραπτό που άφησα έχοντας τελματώσει στο χτίσιμο της πλοκής. Διότι φυσικά δεν ήθελα να γράψω μόνο μια ληστεία, αλλά ένα αστυνομικό/θρίλερ που θα έχει υπόβαθρο, ήρωες, δεύτερες φωνές, μικρότερους ήρωες και φυσικά αυτό που θα γινόταν η σπεσιαλιτέ μου, λόγω ιδιαίτερης προσωπικής αγάπης: οι ανατροπές. Γράφω το Βοτανικό κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες (τα ’παμε, μην τα ξαναλέμε) και κυρίως μπαίνω για πρώτη φορά στον πυρετό της επίπονης συγγραφής, (ώρες και ώρες). Κι όλο αυτό διαρκεί δύο και μπορεί και περισσότερα χρόνια…
Και πάλι όμως η οργάνωση της πλοκής με δυσκολεύει. Και το βιβλίο κολλάει. Είναι τότε που αποφασίζω να επισκεφτώ ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Πάω αναγνωριστικά. Θυμίζω, είμαστε στο 2001 προς το 2002: έχω ήδη βγάλει ένα βιβλίο (δεν συμπληρώνω ποτέ ότι έγινε και ταινία, ντρέπομαι και επίσης κανείς δε με πιστεύει). Όταν φτάνω η έκπληξη: είμαστε πάνω από 80 άτομα που ενδιαφερόμαστε για την 15αδα. Δίπλα μου νεαρές φοιτήτριες, αλλά και τριαντάρηδες τύποι και τύπισσες που έχουν ύφος μεγάλης έπαρσης. Φορούν κασκόλ και καπέλα και κοιτάζουν τους πιο νέους με μίσος και απέχθεια. Συζητώ με μερικές πολύ νεαρές κοπέλες. Τι έχετε γράψει; (κάποιο διήγημα; Μια ιστοριούλα; Ένα ποίημα; Τίποτα μου απαντούν, ήρθαμε να δούμε, μας αρέσει η συγγραφή).
Μπαίνει ο «καθηγητής». Βγάζει ένα λόγο σχεδόν είκοσι λεπτών: «Εγώ… εγώ… εγώ… εγώ… εγώ… ξεκίνησα… δούλεψα… έφτασα… μαθητές μου ήταν οι… εγώ εγώ εγώ εγώ» κι έπειτα μας ζητάει να γράψουμε κάτι για μας και τη δουλειά μας. (ευτυχώς, διότι νόμιζα ότι θα γράφαμε γι’ αυτόν). Το κάνω και φεύγω. Στο σπίτι αποφασίζω να μη συμμετάσχω. Δεν το μετάνιωσα ούτε μια στιγμή. Αντιθέτως.
Το πολέμησα μόνος μου. Και βγήκε ό,τι βγήκε. Κι έπειτα έγραψα αυτά που έγραψα. Κακά, μέτρια ή καλά. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει για μένα ότι από το πυκνό δάσος βγήκα μόνος μου (τέλειωσα την πλοκή) κι ανέβηκα στην κορυφή του βουνού (τέλειωσα το βιβλίο).
Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού εγκρίθηκε από δύο μεγάλους εκδοτικούς οίκους, τη Νεφέλη και τον Καστανιώτη, δεν έκανε όμως, ίσως λόγω του άγνωστου ονόματός μου, ίσως λόγω της σκληρότητάς του σαν κείμενο, εμπορική καριέρα. Είναι όμως ταυτόχρονα ένα βιβλίο έτοιμο σενάριο για νουαρ ταινία. Κι είμαι σίγουρος πως το βιβλίο θα βρει την αναγνώριση που του ανήκει, όσο εγωιστικό κι αν ακούγεται αυτό. Ο φίλος μου ο Librofilo σίγουρα συμφωνεί μαζί μου…
Ίσως είμαι εδώ για να συνεχίσω…
Μετά το «αλκοόλ» λοιπόν συνεχίζεται μια δύσκολη περίοδος που η συγγραφή μοιάζει με άλογο που δύσκολα εξημερώνεται και όλα γύρω σου νομίζεις ότι σε σαμποτάρουν. Από τον υπολογιστή και το πληκτρολόγιο μέχρι το word που σου σπάει τα νεύρα (αφού το ’μαθες ολομόναχος και με άπειρους πειραματισμούς).
Σειρά στα συγγραφικά progetti του μυαλού μου έχει ο Βοτανικός. Το γραπτό που άφησα έχοντας τελματώσει στο χτίσιμο της πλοκής. Διότι φυσικά δεν ήθελα να γράψω μόνο μια ληστεία, αλλά ένα αστυνομικό/θρίλερ που θα έχει υπόβαθρο, ήρωες, δεύτερες φωνές, μικρότερους ήρωες και φυσικά αυτό που θα γινόταν η σπεσιαλιτέ μου, λόγω ιδιαίτερης προσωπικής αγάπης: οι ανατροπές. Γράφω το Βοτανικό κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες (τα ’παμε, μην τα ξαναλέμε) και κυρίως μπαίνω για πρώτη φορά στον πυρετό της επίπονης συγγραφής, (ώρες και ώρες). Κι όλο αυτό διαρκεί δύο και μπορεί και περισσότερα χρόνια…
Και πάλι όμως η οργάνωση της πλοκής με δυσκολεύει. Και το βιβλίο κολλάει. Είναι τότε που αποφασίζω να επισκεφτώ ένα εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Πάω αναγνωριστικά. Θυμίζω, είμαστε στο 2001 προς το 2002: έχω ήδη βγάλει ένα βιβλίο (δεν συμπληρώνω ποτέ ότι έγινε και ταινία, ντρέπομαι και επίσης κανείς δε με πιστεύει). Όταν φτάνω η έκπληξη: είμαστε πάνω από 80 άτομα που ενδιαφερόμαστε για την 15αδα. Δίπλα μου νεαρές φοιτήτριες, αλλά και τριαντάρηδες τύποι και τύπισσες που έχουν ύφος μεγάλης έπαρσης. Φορούν κασκόλ και καπέλα και κοιτάζουν τους πιο νέους με μίσος και απέχθεια. Συζητώ με μερικές πολύ νεαρές κοπέλες. Τι έχετε γράψει; (κάποιο διήγημα; Μια ιστοριούλα; Ένα ποίημα; Τίποτα μου απαντούν, ήρθαμε να δούμε, μας αρέσει η συγγραφή).
Μπαίνει ο «καθηγητής». Βγάζει ένα λόγο σχεδόν είκοσι λεπτών: «Εγώ… εγώ… εγώ… εγώ… εγώ… ξεκίνησα… δούλεψα… έφτασα… μαθητές μου ήταν οι… εγώ εγώ εγώ εγώ» κι έπειτα μας ζητάει να γράψουμε κάτι για μας και τη δουλειά μας. (ευτυχώς, διότι νόμιζα ότι θα γράφαμε γι’ αυτόν). Το κάνω και φεύγω. Στο σπίτι αποφασίζω να μη συμμετάσχω. Δεν το μετάνιωσα ούτε μια στιγμή. Αντιθέτως.
Το πολέμησα μόνος μου. Και βγήκε ό,τι βγήκε. Κι έπειτα έγραψα αυτά που έγραψα. Κακά, μέτρια ή καλά. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει για μένα ότι από το πυκνό δάσος βγήκα μόνος μου (τέλειωσα την πλοκή) κι ανέβηκα στην κορυφή του βουνού (τέλειωσα το βιβλίο).
Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού εγκρίθηκε από δύο μεγάλους εκδοτικούς οίκους, τη Νεφέλη και τον Καστανιώτη, δεν έκανε όμως, ίσως λόγω του άγνωστου ονόματός μου, ίσως λόγω της σκληρότητάς του σαν κείμενο, εμπορική καριέρα. Είναι όμως ταυτόχρονα ένα βιβλίο έτοιμο σενάριο για νουαρ ταινία. Κι είμαι σίγουρος πως το βιβλίο θα βρει την αναγνώριση που του ανήκει, όσο εγωιστικό κι αν ακούγεται αυτό. Ο φίλος μου ο Librofilo σίγουρα συμφωνεί μαζί μου…
Ίσως είμαι εδώ για να συνεχίσω…
2 Comments:
Τα άλογα που δύσκολα εξημερώνονται, μου έχει πει μια φίλη Ισπανίδα, η Μπιάνκα (ψέματα, Χάνα), που αυτή έχει υπάρξει η δουλειά της, είναι επίσης πολύ περήφανα όταν καταφέρνουν να μάθουν κάτι που τους διδάσκεις...
Μου το έχει πει χροονια τώρα αλλά μου'χει κολλήσει, ίσως για να το αναφέρω εδώ;
Καλή συνέχεια.
Κ.Ματσούκας
Ωραία η Χάνα Κωνσταντίνε, σ' ευχαριστώ.
Post a Comment
<< Home