Monday, July 30, 2007

Φρανκ Σετσινγκ Το Σμήνος

Δελτίο τύπου

Τσουνάμι καταστρέφει τις πόλεις της βόρειας Ευρώπης, φονικές μέδουσες ερημώνουν τις παραλίες της Αυστραλίας, μολυσμένα καβούρια -φορείς μιας ανίατης αρρώστιας- κατακλύζουν το υδροδοτικό σύστημα της Νέας Υόρκης αποδεκατίζοντας τον πληθυσμό, εκατομμύρια τερατώδη σκουλήκια αποσταθεροποιούν τον βυθό στις ακτές της Νορβηγίας, φάλαινες επιτίθενται σε πλοία και τα βυθίζουν. Η ανθρωπότητα δέχεται μια συντονισμένη και μαζική επίθεση. Η βασική διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανθρώπων και ζώων έχει χαθεί: τα ζώα έχουν αποκτήσει ξαφνικά συνείδηση του εαυτού τους και στρέφονται εναντίον του ανθρώπινου είδους με σκοπό την εξόντωσή του. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Μήπως υπάρχει κάποιος σκοτεινός Νους που οργανώνει και συντονίζει τον εφιάλτη; Οι επιστήμονες αναγκάζονται να παραδεχτούν ότι ο άνθρωπος τελικά ξέρει για τον πλανήτη Γη πολύ πιο λίγα πράγματα από όσα ξέρει για το Διάστημα. Ένα εκπληκτικό οικολογικό θρίλερ, το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό μπεστ σέλερ της τελευταίας δεκαετίας, που πούλησε στη Γερμανία μέσα σε τρία χρόνια πάνω από 2.000.000 αντίτυπα.


Τα δικά μου

Διάβασα μέσα σε 15 μέρες το τούβλο, (1,09 κιλά λέει ο Ελευθερουδάκης αλλά το νιώθεις βαρύτερο) του Φρανκ Σέτσινγκ «Το σμήνος» (Καστανιώτης). Η τιμή (22 ευρώ) είναι συμφέρουσα αναλογικά με τον όγκο και τον αριθμό των σελίδων.
Ο Φρανκ έγραψε ένα κολοσσιαίο σε όγκο μυθιστόρημα και ευτύχησε να το δει να γίνεται σουπερ μπεστ σέλερ στη χώρα του, τη Γερμανία, κι έπειτα –αναπόφευκτα- να το δει να μεταφράζεται σε πολλές χώρες του κόσμου, κι έτσι και στη δική μας.
Αυτή εδώ πάλι δε θα είναι μια κανονική κριτική αλλά κάποιες σκέψεις γύρω από το βιβλίο.
Ξεκινώ με την επισήμανση ότι στο τέλος των 1020 μεγάλων σελίδων ο Φρανκ παραθέτει τις ευχαριστίες κι εκεί βλέπουμε πως -όπως στα αμερικάνικα πρότυπα- ευχαριστεί καμιά πενηνταριά ειδικούς επιστήμονες και καθηγητές από όλο τον κόσμο που τον βοήθησαν στις λεπτομέρειες και όχι μόνο, γενικά να ολοκληρώσει το βιβλίο του.
Πράγματι το βιβλίο συχνά πυκνά μοιάζει μ’ ένα τεράστιο άρθρο του Νάσιοναλ Τζεογκράφικ κι ο Φρανκ αντί να είναι ο συγγραφέας είναι ο επιμελητής του άρθρου.
Όλη αυτή η βοήθεια, όλες αυτές οι ειδικές γνώσεις (που εύκολα διακρίνονται και ξεχωρίζουν) συγκεντρωμένες νομίζω πως αφαιρούν λίγο από το βιβλίο το γεγονός (και την αξία) του ότι έχει γραφτεί από έναν άνθρωπο.
Οι συγκεκριμένες γνώσεις και πληροφορίες είναι γύρω από τους ωκεανούς, το βυθό στα μεγάλα βάθη, τους οργανισμούς που επιβιώνουν εκεί, όπως και γύρω από τις φάλαινες αλλά και αρκετές δόσεις βιολογίας (στις οποίες χάνεσαι αν δεν έχεις στοιχειώδεις γνώσεις). Λίγες είναι πραγματικά ενδιαφέρουσες, όπως το γεγονός ότι η στάθμη της θάλασσας δεν είναι παντού ίδια, διαφέρει αναλόγως του βυθού (το φαινόμενο οφείλεται στη βαρύτητα). Συχνά οι πληροφορίες κουράζουν όπως είναι φυσικό, αν κι ο Φρανκ έχει κάνει ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να τα παρουσιάσει απλά και κατανοητά χωρίς να πέφτει σε απλουστεύσεις. Φαίνεται ότι το βιβλίο έχει χτενιστεί επαγγελματικά από επιμελητή (άλλη μια σχεδόν φανερή βοήθεια στο συγγραφέα) και δεν εννοώ τυπογραφικά, αλλά συγγραφικά.
Βέβαια 1020 σελίδες και να μη γίνεσαι βαρετός δεν έχει εφευρεθεί ακόμα. Ναι, είναι στιγμές που το βιβλίο κουράζει, αλλά και στιγμές που τρέχει με 200.
Είναι φανερό ότι ο Φρανκ έχει κάνει προσπάθεια να αποστασιοποιηθεί από τις ταινίες του Χόλιγουντ. Τόσο γύρω από ένα «φλέγον» και αγαπημένο θέμα των Αμερικάνων (δεν το λέω να μη χαλάσω το σασπένς) όσο και γύρω από τις σκηνές δράσης. Στο κείμενο οι ήρωες ή ο αφηγητής, νομίζω ότι λένε 2 ή 3 φορές εδώ δεν είναι ταινία. Δυστυχώς όμως όλες οι σκηνές δράσης όπως και η κορύφωση του τέλους (καλογραμμένη και με σασπένς) βρίθει από Μπρους Γουίλις κι όλη την τρελοπαρέα που βλέπουμε στο σινεμά.
Η υπόθεση που όλοι θα χετε διαβάσει –την παραθέτω στην αρχή- είναι ελκυστική. Ο κόσμος κινδυνεύει, ένα μεγάλο μέρος του κόσμου καταστρέφεται από ένα τσουνάμι κι από θανατηφόρες μέδουσες κτλ. Ένα μεγάλο μειονέκτημα του βιβλίου κατά τη γνώμη μου είναι το ότι ο Φρανκ περιγράφει ελάχιστα αυτές τις καταστροφές, και δε δίνει καθόλου την εικόνα του κόσμου που είναι στο χείλος του χαμού.
Μαθαίνουμε κάθε τόσο ότι είναι στο χείλος αλλά, αφού δεν μας το περιγράφει, είμαστε ήσυχοι, το ξεχνάμε (και φυσικά λέμε ότι στο τέλος οι καλοί θα τα καταφέρουν και θα σώσουν την ανθρωπότητα, μαθημένοι από τις διαβολοταινίες που λέγαμε).
Σε γενικές γραμμές αν το παιδικό σας όνειρο ήταν να γίνετε ωκεανογράφος σαν το αδερφάκι μου (που όμως έγινε) το βιβλίο θα σας αρέσει και σας το συστήνω. Αν στη βιολογία είχατε ένα (όπως εγώ) θα χρειαστεί να δείξετε υπομονή κι ίσως αναθεματίσετε καμιά φορά.

Πάντως εγώ το διάβασα σχετικά αναίμακτα.

Υ.Γ. Στο βιβλίο περιγράφονται καταδύσεις με βαθυσκάφη στα 4-5 χιλιόμετρα βάθος.
Μη χάσετε το επόμενο ποστ στο οποίο θα σας περιγράψω τις εντυπώσεις του αδερφού μου που κατέβηκε στα 5 χιλιόμετρα στο ρήγμα VEMA του Ατλαντικού με το Γαλλικό βαθυσκάφος Nautile στα πλαίσια της διδακτορικής του διατριβής από το πανεπιστήμιο της Βρέστης σε συνεργασία με το Γαλλικό ερευνητικό κέντρο IFREMER.
(εμπειρία once in a lifetime όπως καταλαβαίνετε)

Αυτά τα ολίγα φίλοι….

Labels:

Sunday, July 29, 2007

Λευκάδα Hotel konaki - αξίζει!


Τις δύο φριχτές μέρες του Κάυσωνα Τρίτη και Τετάρτη που μας πέρασαν κοντέψαμε να μείνουμε από τη ζέστη ειδικά ο μικρούλης που το βράδυ γυρνοβολούσε υπνοβατώντας από κρεβάτι σε κρεβάτι λόγω ζέστης.
Αιρ κοντίσιον δεν υπήρχε στην αγορά ούτε για δείγμα κι έτσι αποφασίσαμε να καταφύγουμε στην έσχατη λύση:
Να πάμε στο ξενοδοχείο και να κλειστούμε σ’ ένα δωμάτιο με κλιματισμό.
Ευτυχώς για μας, βρήκαμε μια σουίτα στο Ξενοδοχείο Κονάκι που το έχουν αγαπημένοι μου συγγενείς.
Θέλω να γράψω δυο λόγια γι αυτό το όμορφο μέρος στο οποίο νομίζω ότι αν έμενα χωρίς να γνωρίζω τους ιδιοκτήτες θα έφευγα πάλι με τις ίδιες άριστες εντυπώσεις.
Καταρχάς υπάρχει σάιτ εδώ να το δείτε καλύτερα με πολλές φωτογραφίες.
(μου χτύπησε το Οκτώ μ βριος, θα πω να διορθωθεί)
Πρόκειται για ένα ξενοδοχείο που τα δυνατά του όπλα είναι:

Η πισίνα
Έχω πάει σε αρκετά ξενοδοχεία. Έχω δει γούρνες 4 επί 5 (τις οποίες βάπτισαν πισίνες) που όταν πέσει ένας γερμαναράς μέσα (από κείνους που δίπλα τους ο Οβελίξ μοιάζει καχεκτικός) εκτοπίζει όλο το νερό ή όταν μια οικογένεια με αγριόπαιδα καταλαμβάνει το πεδίο κι όλο το γύρω χώρο με τις στριγκλιές και τις βουτιές δεν μπορείς να πλησιάσεις.
Λοιπόν η πισίνα στο Κονάκι είναι μεγάλη, τεράστια, (φαίνεται άλλωστε στις φωτο ειδικά στην αεροφωτογραφία) και βαθιά 2,80 στην βαθιά της μεριά. Στην άλλη μεριά είναι 0,80 και υπάρχει και παιδική στρογγυλή γωνιά.
Υπάρχει χώρος για πολλές ξαπλώστρες και το φοβερότερο: το απόγευμα η πισίνα έχει σκιά (σχεδόν όλη) για κάποιους σαν κι εμένα που δεν μπορούν τους πολλούς ήλιους.
Αν ποτέ πάτε, θυμηθείτε με.

Οι κήποι
Εγώ σαν περίεργος και σκληρός τύπος που είμαι δεν προσέχω ποτέ τα φυτά και τα λουλούδια. Πώς γίνεται κι εδώ μαγεύομαι; Αν μου έλεγαν ότι ετοίμασαν το χώρο για κάποια ανθοκομική έκθεση θα τους πίστευα. Τριανταφυλλιές, κισσοί, αναρριχητικά φυτά γενικώς, και επίσης γενικώς φυτά διάφορα και πράσινο παντού. Το μυστικό βέβαια είναι η φροντίδα της κυρίας Έλσας που τα λουλούδια της υποκλίνονται και την αφήνουν να μάθει τα μυστικά τους αφού τα υπεραγαπά.

Η εξυπηρέτηση
Αυτό να λέμε και την αλήθεια το συναντήσαμε και στην Κέρκυρα. Όλοι ευγενέστατοι και με το χαμόγελο στα χείλη. Νομίζω πως σε γενικές γραμμές σ’ αυτό έχουμε κάνει προόδους στα ξενοδοχεία μας.

Η καθαριότητα
Πουθενά δεν είδα ένα σκουπιδάκι για να ικανοποιήσω και καμιά συγγραφική μου φαντασία. Όλοι σέβονταν φυσικά αυτούς τους κήπους της Εδέμ.

Φαγητό
Στο Κονάκι μπορείς να φας μόνο το μεσημέρι αλλά υπάρχει μαγείρισσα με πτυχίο παλιάς καλής ελληνίδας μαμάς. Όταν λέμε σπιτικό το εννοούμε (εξαίρεση οι τηγανητές πατάτες που δεν είναι φρέσκιες). Επίσης μπορώ να σας εγγυηθώ ότι τίποτα χαλασμένο τίποτα ληγμένο ή τίποτα που πάει να λήξει δεν μπαίνει εδώ, ούτε τίποτα φαγώσιμο χρησιμοποιείται ξανά.

Ώρες κοινής ησυχίας
Ναι υπάρχουν ακόμα αυτές. Υπάρχει κόσμος που τις σέβεται κι υπάρχει ξενοδοχείο που τις θερμοπαρακαλεί στους πελάτες του. Εδώ σέβονται τον άνθρωπο που θέλει να πάρει τον υπνάκο του το μεσημέρι και το δωμάτιό του τυχαίνει να είναι κοντά στην πισίνα. Εάν τώρα το ελληνάκι ή το ιταλάκι αγριοπαιδάκι θέλει να στριγγλίσει εκείνη την ώρα κι ο μπαμπάς του αντί να το συνετίσει ρουφάει αμέριμνος τον φραπέ του μπορούν να πάνε κάλλιστα στην παραλία να ξεφαντώσουν.

Δωμάτια
έχουν ό,τι είναι λογικό να έχει ένα δωμάτιο στις μέρες μας:
Ψυγειάκι, τηλεόραση, κλιματισμό και προπέλα οροφής (πολύ εξυπηρετική για ύπνο το βράδυ), μπαλκόνια σε όλα τα δωμάτια. Οι οικογένειες μπορούν να πάρουν μια σουίτα σαν αυτή που πήραμε εμείς, δύο δίκλινα που επικοινωνούν και να τα χουν κι όλα διπλά: 2 μπάνια κτλ κτλ

Τιμές

πολύ λογικές
Μ’ ένα τηλέφωνο τις μαθαίνετε

Δυστυχώς για όποιον «ζεστάθηκε», όλο τον Αύγουστο δεν υπάρχει δωμάτιο ούτε για δείγμα. (βλέπετε υπάρχουν μόνιμοι πελάτες κάθε χρόνο εδώ που κλείνουν από το χειμώνα!)

Saturday, July 21, 2007

Ο Μόστρας στην ωραία Κέρκυρα

Πέρασα τρεις μέρες στην Κέρκυρα συνδυάζοντας διακοπές (των διακοπών) και παρουσιάσεις του βιβλίου μου.
Είχα περίπου 14 χρόνια να πάω αλλά γρήγορα ξαναθυμήθηκα τα μέρη στην παλιά πόλη η οποία είναι πραγματικά πανέμορφη.
Έγραφα ότι άμα έχεις φίλους όλα γίνονται. Καταλαβαίνετε ότι αυτό δε θα μπορεί παρά να είναι ένα πόστ ευχαριστιών. Από πού να ξεκινήσουμε…

Αυτοί που οργάνωσαν
Ο Αντώνης Δεσύλλας, κερκυραίος συγγραφέας και άνθρωπος με οργανωτικές ικανότητες έκανε τα πάντα: βρήκε την αίθουσα, συνεννοήθηκε και την έκλεισε, τύπωσε προσκλήσεις, αφίσα, μοίρασε τις προσκλήσεις, κόλλησε σε διάφορα μέρη την αφίσα, βρήκε οργανωτές για την εκδήλωση, έδωσε στον Τύπο δημοσιεύματα, κανόνισε ως και στα τοπικά κανάλια να βγούμε. Σας φαίνονται εύκολα; Λίγα;
Νομίζω –το είπα και στην εκδήλωση- ότι η βραδιά της Τετάρτης ήταν δική του.

Αυτοί που μίλησαν
Τι να πω για το Νίκο Παργινό που εκτός μια διαδικτυακή επικοινωνία δεν τον είχα δει δια ζώσης παρά μόνο μια φορά. Παρόλα αυτά αγόρασε, διάβασε το βιβλίο κ ετοίμασε μια τόσο φρέσκια και κολακευτική ομιλία (μπορείτε να τη διαβάσετε στο μπλογκ του) κι έφερε φίλες του –όμορφες!- στην εκδήλωση. Χαρισματικό παιδί, άνθρωπος με χιούμορ που σε κερδίζει αμέσως, με τρομερή επικοινωνία με τα παιδιά ώστε ξετρέλανε την κόρη μου. Σαν συγγραφέα θα τον κρίνω σε λίγες μέρες που θα διαβάσω την Κρεμάλα –αν και στην αφιέρωση με κρέμασε πάραυτα- γιατί η Λευκάδα μας πάσχει λίγο από βιβλιοπωλεία κι ήταν αδύνατο να το βρω εδώ, όσο και λίγο χρονοβόρο να γίνει παραγγελία.

Ο οικονομολόγος που έφερα με κούριερ
Τον απειλούσα, την ώρα της εκδήλωσης, άνθρωποι μου κρατούσαν σ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου τη γυναίκα του και την κόρη του. Έτσι δε θα μπορούσε παρά να πει ύμνους για μένα σε τέτοιο σημείο που οι ακροατές είχαν γουρλώσει τα μάτια νομίζοντας ότι απέναντί τους κάθονταν ένας Μαρκές ή το φάντασμα του Ντοστογιέφσκι που ξύπνησε από τον Άδη κι ανέβηκε απ' την είσοδο του Αχέροντα (είναι και κοντά) κι ήρθε στην Κέρκυρα.
Τον ευχαριστώ πολύ για άλλη μια φορά, έστω και με τις απειλές, είναι Φίλος Μεγάλος (σαν τον Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού) και τον αγαπώ πολύ κλαψ λυγμ, συγκινήθηκα.

Κα Γκίκα
Μισή Κερκυραία πια, με παθολογική αγάπη προς το νησί, η Ελένη Γκίκα ήταν ο σύνδεσμος μου μεταξύ Αθήνας και Κέρκυρας ως προς την οργάνωση της βραδιάς, αυτή κινούσε τα νήματα από τη μεριά μου καθότι εγώ τελείως άχρηστος σε όλα. Εκεί σαν αριστοκράτισσα μιας άλλης εποχής «καθάρισε» τις όποιες ανησυχίες και άγχη της τελευταίας στιγμής σχετικές με την οργάνωση και κατά την ώρα της ομιλίας κέρδισε το κοινό μιλώντας για το βιβλίο μου με ιδιαιτέρως κολακευτικά λόγια επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά τις υποψίες των ακροατών ότι έχουν απέναντι τους το φάντασμα του Ντοστογιέφσκι.

Ευχαριστώ επίσης τον κύριο Κουσουνή, πρόεδρο της ένωσης φιλολόγων Κέρκυρας για τη συμμετοχή του και την τιμή που μας έκανε να χαιρετήσει την εκδήλωση και να παραστεί στο πάνελ.
Και φυσικά ευχαριστώ κι όλο τον κόσμο που προσήλθε να μας ακούσει.

Α! ξέχασα το καλύτερο!
Είχαμε καλέσει και την Άντζελα!
Τη Γκερέκου βρε!
Αλλά δεν μπόρεσε να ’ρθει, μας έστειλε όμως επιστολή χαιρετισμού την οποία θα κρατώ σας προικοσύμφωνο κάτω απ’ το μαξιλάρι μου όταν μου τη στείλουν απ’ το νησί.
Άντζελα, Αχ Άντζελα, τι χάσατε να μη γνωριστούμε…

Τώρα, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και για το βράδυ της Δευτέρας.

Τη Δευτέρα το βράδυ ήμουν καλεσμένος της Λέσχη Ανάγνωσης Κέρκυρας.
Η εκδήλωση έγινε στον κήπο του σπιτιού του πρόεδρου και οργανωτή κ Αντώνη Δεσύλλα.

Όλα τα παρευρισκόμενα μέλη, η Αθηνά, ο Αλέξανδρος, η Βάσω, ο Γεράσιμος, η Κατερίνα, η Ρούλα, η Σοφία κι ο συντονιστής Αντώνης είχαν διαβάσει το βιβλίο κι έτσι είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε μια πολύ καλή συζήτηση.
Μου έκανε εντύπωση που μερικά μέλη είχαν εντοπίσει απίστευτες λεπτομέρειες και αντιληφθεί πολλά από τα κρυμμένα μυστικά του βιβλίου. Μακάρι όλοι οι κριτικοί να διάβαζαν με τέτοιο κέφι (να μην πω να είχαν τέτοια κρίση) τα βιβλία όπως τα παιδιά.
Έχω την καλύτερή μου όταν συναντώ αναγνώστες μου και μου λένε τις απορίες, τα θετικά και τα αρνητικά σχόλια που τους γέννησε κάποιο από τα βιβλία μου. Γι αυτό και νομίζω ότι οι λέσχες ανάγνωσης θα είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να γνωρίσω αναγνώστες και βιβλιόφιλους σε όλη την Ελλάδα.

Η βραδιά ήταν διαποτισμένη με κερκυραϊκή φιλοξενία και ευγένεια από την αρχή της και δε θα μπορούσε και να κλείσει και αναλόγως. Γεύμα με νοστιμότατα φαγητά από την κυρία Δεσύλλα. Φανταστείτε ότι έσκασα στο φαί εγώ που είμαι ο πιο μίζερος του κόσμου στα εδέσματα (μην κοιτάτε που το παίζω γευσιγνώστης, απατεώνες συγγραφείς μην τους εμπιστευτείτε ποτέ).

Αυτά τα ολίγα φίλοι..

Στη Λευκάδα με περίμενε μια έκπληξη: φίλος από τα μακρινά χρόνια του 88-89 του Λέτσε κι αρχίσαμε: ιστορίες πασπαλισμένες με τι άλλο; Άφθονο ουίσκι…

Labels:

Sunday, July 15, 2007

Βαρέθηκα....


όποιος την αναγνωρίζει ξέρει ότι την αγαπήσαμε όλοι...
Βαρέθηκα...
.
.
.
.
.
.
.

Labels:

Monday, July 09, 2007

Stephen King Λίσι

Εγώ, ο Κινγκ κι Η ιστορία της Λίσι


Ο λογοτεχνικός μου «έρωτας» με τον Κινγκ ξεκινάει τα μακρινά χρόνια 1989-90. Κάποιος συμφοιτητής τότε στην Ιταλία είχε την πρώτη έκδοση (μαλακό εξώφυλλο, όχι πλαστικοποιημένο, δε βρίσκεται σήμερα) του Κριστίν απ’ τις εκδόσεις Bell. Είχα δει το έργο κι είχα πάθει πλάκα. Ήταν ο πρώτος συγγραφέας που έκανε πρωταγωνιστή ένα αυτοκίνητο κι είχε στοχεύσει κατευθείαν στην καρδιά μου. Το διάβασα κι η μεγάλη μου αγάπη γεννήθηκε. Ακολούθησε το αξεπέραστο Λάμψη κι έπειτα ό,τι έγραψε κι έγραφε ο συγγραφέας απ’ το Μέιν. Πολλά βιβλία του τα διάβασα στα ιταλικά κι άλλα τα ξαναπήρα όταν κυκλοφόρησαν έπειτα στην Ελλάδα και τα ξαναδιάβασα.
Ο Κινγκ κατάφερε τα βιβλία του να έχουν την απόλυτη προτεραιότητα σ’
εμένα. Δηλαδή όταν κυκλοφορούσε ένα καινούργιο, το αγόραζα όπου βρισκόμουν κι αμέσως καταλάμβανε τη θέση του δίπλα στο κομοδίνο μου παραγκωνίζοντας ό,τι διάβαζα μέχρι εκείνη τη στιγμή εισπράττοντας το φθόνο των άλλων βιβλίων.
Θυμάμαι ένα καλοκαιρινό βράδυ οδηγούσα κατακουρασμένος ένα Fiat Punto του σκηνοθέτη Δημήτρη Μακρή με τεχνικούς της ΕΡΤ μέσα. Πηγαίναμε από την Αγκώνα στο Μιλάνο για τα γυρίσματα της ταινίας του Όσο υπάρχει αλκοόλ… Σταματήσαμε σ’ ένα καφέ στην Εθνική όπου πουλούσαν τα πάντα, κι ανακάλυψα ότι μόλις είχε βγει το καινούργιο βιβλίο του Κινγκ το On writing. Το πήρα κατενθουσιασμένος και δεν έβλεπα την ώρα να ξαπλώσω στο κρεβάτι και να διαβάσω τις πρώτες γραμμές. Το ίδιο συνέβη στη Βενετία πέρυσι το Μάιο όπου αγόρασα τρία ακυκλοφόρητα στην Ελλάδα βιβλία του.

Λίγους μήνες πίσω, εδώ έγραφα ότι ο Κινγκ αξίζει το νόμπελ. Εξακολουθώ να το πιστεύω και να το υποστηρίζω. Όμως μετά απ’ το Ιστορία της Λίσι έχασα ένα πράγμα:τη σιγουριά με την οποία αγόραζα ένα βιβλίο του.
Αισθάνομαι ότι με πρόδωσε ο καλύτερος φίλος μου. Εννοείται πως δεν κλαίω τα 9 ευρώ που έδωσα, είναι που θα πηγαίνω στο ταμείο μ’ ένα καινούργιο βιβλίο του Κινγκ στο χέρι κι ένα φόβο στην καρδιά μήπως το αποτέλεσμα είναι ανάλογο με το Η ιστορία της Λίσι.
Κινγκ έλεγα. Παρ’ το με κλειστά τα μάτια. Κίνγκ, απόλυτη προτεραιότητα, Κινγκ έφερνα κι όλα τα υπόλοιπα βιβλία μου τον κοίταγαν με φθόνο. Τώρα τα νιώθω να χασκογελούν μαζί του και μαζί μου.

Και μετά από αυτή την απαραίτητη εισαγωγή ας προχωρήσω να σας πω πώς μου φάνηκε το καινούργιο βιβλίο του φίλου μου του Κινγκ.

Stephen King Η ιστορία τη Λίσι, μτφ. Ιπποκράτης Βελίδης, εκδόσεις Bell

Όταν πιάνω στα χέρια μου έναν καινούργιο Κινγκ διαβάζω πρώτα το οπισθόφυλλο, τα εισαγωγικά σημειώματα, τον μακρύ κατάλογο των προηγούμενών του, τα περιεχόμενα αν υπάρχουν, λίγα από τα αποσπάσματα των κριτικών τα οποία βαριέμαι γιατί είναι όλα αποθεωτικά. Με λίγα λόγια το βιβλίο ζεσταίνεται στα χέρια μου.

Το οπισθόφυλλο στην Ιστορία της Λίσι ανταποκρίνεται και δίνει υποσχέσεις για ένα χορταστικό Κινγκ, έναν Κινγκ που μ’ αυτό το υλικό μπορεί να δώσει ένα από τα γνωστά μυθιστορήματα αγωνίας που σε πιάνουν απ’ το λαιμό απ’ την πρώτη σελίδα και δε σ’ αφήνουν μέχρι την τελευταία. Δίνω μια δική μου πρόχειρη περίληψη του οπισθόφυλλου:

Η γυναίκα ενός πολύ διάσημου συγγραφέα που πέθανε πριν από δυο χρόνια βρίσκει το κουράγιο να μπει στο γραφείο και να ξεκαθαρίσει το αρχείο του. Όμως σιγά σιγά ανακαλύπτει ότι ο άντρας της ζούσε σ’ ένα παράλληλο σκοτεινό κόσμο. Έναν κόσμο που τον γιάτρευε, του έδινε έμπνευση, αλλά και που τον τρομοκρατούσε. Η γυναίκα του πρέπει να αντιμετωπίσει τους ίδιους δαίμονες που αντιμετώπιζε κι ο περίεργος και αλλόκοτος σύζυγός της.

Όντως μ’ αυτό το υλικό ο Κινγκ μπορεί ν’ απογειώσει το βιβλίο κι εμείς οι δόκιμοι συγγραφείς να βρούμε απολαυστικές σελίδες γύρω από τις συνήθειες ενός μεγάλου συγγραφέα και γαργαλιστικές λεπτομέρειες σχετικές με τα χειρόγραφα και τα αρχεία μας. Τι πιο ιντριγκαδόρικο για μένα; Αν το βιβλίο δεν υπήρχε στη Λευκάδα θα οδηγούσα μέχρι και 200 χιλιόμετρα (+ 200 να γυρίσω) για να το βρω.

Πέφτω λοιπόν με τα μούτρα στην ανάγνωση. Κι όποια μαγεία υπήρχε στα προηγούμενα βιβλία του Κινγκ απλώς απουσιάζει. Ας δώσω κάποια στοιχεία μεγέθους. Το κυρίως κείμενο του βιβλίου αρχίζει απ’ τη σελίδα 20. Για τις επόμενες δέκα σελίδες γνωρίζουμε τη γυναίκα του συγγραφέα και τις αδερφές της η μία εκ των οποίων έχει τη συνήθεια ν’ αυτοτραυματίζεται γιατί την εγκατέλειψε ο άντρας της. Μέχρι τη σελίδα 100 ο Κίνγκ έχει αναφέρει ελάχιστα για το συναρπαστικό κόσμο που υπόσχεται ο νεκρός συγγραφέας και έχει διηγηθεί μία μία μία μία, μόνο μία (1) σκηνή: ένας τρελός πυροβόλησε και τραυμάτισε σοβαρά το συγγραφέα σ’ ένα πανεπιστήμιο. 70 σελίδες για μία σκηνή. Αυτό που μάγευε κάποτε, η αργή λεπτομερής περιγραφή ανάλογων σκηνών, σαν το χρόνο που νομίζεις ότι σέρνεται σε ανάλογες περιπτώσεις, γίνεται εδώ παρωδία και αγανάκτηση.
Και προχωράμε. Ακολουθούν κάποιες αναμνήσεις και σκέψεις της γυναίκας του σχετικά με τη αδελφή της που αυτοτραυματίζεται. Επίσης ένα σωρό βαρετές βαρετές βαρετές συζητήσεις που κάνουν η γυναίκα του συγγραφέα κι οι αδερφές της. Τι σελίδα φτάσαμε; Στη 200. 100 σελίδες που μπορούν να σκοτώσουν και τον πιο υπομονετικό αναγνώστη. Τι γίνεται τώρα λες; Τι μπορεί να γίνει τώρα; Μπορεί να σωθεί αυτό το βιβλίο; Τι γίνεται τώρα;
Το χειρότερο.
Ο Κίνγκ καταλαβαίνει (;) ξυπνάει (;) ελευθερώνεται (;) και συνειδητοποιεί (;) ότι το βιβλίο σέρνεται. Ότι το μέχρι τότε βιβλίο πρέπει να γίνει από 200 το πολύ 50 σελίδες ή ίσως φωτίτσα στο τζάκι του. Όχι, δεν κάνει τίποτα απ’ αυτά τα δύο. Πώς το αντιμετωπίζει;
Πετάει μέσα ένα μοτίβο από τα παλιά που τόσο αγαπήσαμε:
Βάζει έναν τρελό να θέλει πάση θυσία τα χειρόγραφα του διάσημου συγγραφέα και να μη διστάζει να πιάσει και να βασανίσει τη γυναίκα του συγγραφέα γι’ αυτό.
Πώς να σταθείς απέναντί σ’ αυτή τη κίνηση του Κινγκ; Μπορεί κάποιος εύπιστος να πει: Να, τώρα φτιάχνει. Εγώ είπα: Άντε να διαβάσεις ως το τέλος. Για να μην μπορεί να σου πει κανείς τίποτα. Ήξερα ότι όχι ένας τρελός, μια στρατιά παλιών ηρώων του Κινγκ δεν μπορεί να κάνει τίποτα και να βοηθήσει το βιβλίο κι εμάς.
Ακολουθούν άλλες 100 σελίδες άσκοπων συζητήσεων των αδερφών παράλληλα μ’ ένα σκοτεινό παρελθόν του συγγραφέα που δεν πείθει, ή η αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα μέσω της Λίσι το κάνει να μην πείθει.
Κι έπειτα φτάνουμε στη σελίδα 300 περίπου ο Κινγκ ξαναρίχνει στο ρινγκ τον τρελό ο οποίος κακοποιεί τη γυναίκα του συγγραφέα στο σπίτι σας. Κι έπειτα μέχρι το τέλος οι σελίδες παίζουν συνεχώς στο παρελθόν του συγγραφέα, ο μπαμπάς κι ο αδερφός του οποίου έπασχαν από το Κακό, τη γλίτσα όπως τη λέει ο Κινγκ, με αποτέλεσμα ο ένας να σκοτώσει τον άλλο κι αυτοί είναι οι δαίμονες που εμπνέουν τον μεγάλο συγγραφέα. Οι συζητήσεις μεταξύ των αδερφών είναι κενές και βαρετές μέχρι θανάτου και φυσικά η εξόντωση του τρελού από δύο αδερφές δεν μπορεί να σώσει τίποτα, έρχεται περισσότερο ως κερασάκι στην τούρτα της βαρεμάρας. Τέλος.

Αν πείτε ότι η κριτική μου λέει ελάχιστα για το περιεχόμενο του βιβλίου κι ότι δεν γράφω αναλυτικά τα επιχειρήματά μου θα σας απαντήσω πως έχετε δίκιο. Όμως όπως τα προηγούμενα βιβλία του Κινγκ με μάγευαν κι είχα χίλιες λέξεις να πω γι’ αυτά και για τα συναισθήματα που μου γεννούσαν τόσο τρεις λέξεις μου φαίνεται ότι αρκούν για να περιγράψουν αυτές τις 600 σελίδες: Βαρεμάρα μέχρι θανάτου.
600 σελίδες λοιπόν, ούτε θέλω να υπολογίσω πόσες λέξεις, (πάνω από 100 χιλιάδες) πολλαπλασιάστε επί χ δολάρια τη λέξη στις τσέπες του Κίνγκ κι εμείς μ’ ένα βιβλίο για τα σκουπίδια στα χέρια.

Θλίψη, θλίψη και πάλι θλίψη το πώς ο μεγάλος αυτός δημιουργός έκρινε ότι μπορεί να φύγει για το τυπογραφείο αυτό το κακό, κάκιστο πόνημά του.
Και σκέφτομαι…
Πού είναι ο Κίνγκ του Κριστίν; Της Λάμψης; Των αριστουργηματικών Ρίτα Χέιγουωρθ; Stand by me; Η Κάντιλακ του Ντόουλαν; Το πράσινο μίλι; Τα διηγήματα του Όλα είναι δυνατά; Ο Κίνγκ του Μίζερι; Των Χρήσιμων αντικειμένων;
Πού είναι;

Οι κριτικές που παρατίθενται με εξόργισαν, το συγκρίνουν με τη Λάμψη και το Μίζερι, μιλούν για ωριμότητα, ότι είναι συνταρακτικό, κι ένα σωρό άλλα. Ήθελα να γράψω λεπτομερώς τι και ποιος αλλά αρκετά χαλάστηκα. Αν κανένας δε βαριέται θα ήταν ενδιαφέρον να διαβάσουμε σε ξένα σαιτ γνώμες αναγνωστών.
Επίσης έχω μεγάλο ενδιαφέρον να διαβάσω κι άλλες ελληνικές κριτικές είτε από μπλογκ είτε από εφημερίδες. (αρκεί να μην είναι η συνηθισμένη σούπα).


Off the record
Κλείνω με μια υποψία που ανάγεται και στη διαολεμένη μου φαντασία. Νομίζω όμως πως πήρα το μήνυμα του αγαπημένου μου συγγραφέα. Αντιγράφω από τις ευχαριστίες:
«θα θελα να ευχαριστήσω τη σύζυγό μου. Τα τελευταία τριάντα χρόνια απολαμβάνω να παρακολουθώ την Ταμπίθα, τη Μαργκαρετ, την Άνν, την Κάθριν, τη Στέφανι και τη Μαρσέλα να παίζουν το παιχνίδι των αδερφών. Το παιχνίδι δεν είναι ποτέ το ίδιο αλλά είναι πάντα ενδιαφέρον».

Καταλάβατε; 30 χρόνια η γυναίκα του και οι 5 (!) αδερφές της τον πρήζουν με τις συζητήσεις τους. 6 γυναίκες εναντίον ενός αντρικού μυαλού. Όσο φαντασία κι αν έχει τον διέλυσαν σ’ ένα βιβλίο.
Η χειρότερη όμως υποψία μου είναι ότι το βιβλίο το ξεκίνησε η Ταμπίθα (που έχει αυτοανακηρυχθεί και συγγραφέας) έγραψε όλες τις απίστευτες συζητήσεις μεταξύ των αδερφών, κι ο Κινγκ υποχρεώθηκε να το συμμαζέψει (ίσως ο καθαρισμός των Κόπρων του Αυγεία να ήταν ευκολότερος) και το χειρότερο: να το υπογράψει. Πείτε ό,τι θέλετε. Εγώ αυτό κατάλαβα, αυτό θα υποστηρίζω μέχρι να πεθάνω.

Παρ’ όλα αυτά θλίψη θλίψη θλίψη, φίλοι. Σήμερα με πρόδωσε ένας φίλος απ’ την άλλη μεριά του Ατλαντικού, αλλά πήρα το μήνυμά του, δέχομαι τη δικαιολογία του, τη θεωρώ σαν συγνώμη, δε θα σταματήσω να τον διαβάζω, ελπίζω όσοι τον αγαπάτε να κάνετε το ίδιο…

Σας αγαπώ όλους….

Labels:

Sunday, July 08, 2007

Ο μικρός Μόστρας στην Κέρκυρα! (εμπλουτισμένον)

Άμα έχεις φίλους τα χεις όλα!

Τρεις άνθρωποι μου τα οργάνωσαν όλα, έναν άλλον τον φέρνω απ’ την Αθήνα με κούριερ κι όλα έγιναν!
Τους ευχαριστώ.
Αν βρίσκεστε στην Κέρκυρα ελάτε!
(αν πείτε δε θέλω άλλο μοστρίαση, πρώτος εγώ θα σας καταλάβω και θα σας δώσω δίκιο)


Την Τετάρτη 18 Ιουλίου και ώρα 20:00 στην αίθουσα Ιατροχειρουργικής Εταιρείας Κέρκυρας θα παρουσιαστεί στο αναγνωστικό κοινό της Κέρκυρας το μυθιστόρημα του Δημήτρη Μαμαλούκα «Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα».Την εκδήλωση συνδιοργανώνουν ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Κέρκυρας, η Λέσχη Ανάγνωσης Κέρκυρας και το Βιβλιοπωλείο Κίνητρο.Για το βιβλίο θα μιλήσουν η συγγραφέας και κριτικός κα Ελένη Γκίκα, ο συγγραφέας Νίκος Παργινός και ο οικονομολόγος Γιάννης Γιαννούδης.
(ποιος είναι αυτός;)
(αυτός με το κούριερ ντε!)


Παράρτημα: οι εμφανίσεις του Μόστρα

εκτακτο εμπλουτισμένον με κακάο μεραβιλιάο (σλόγκαν εκ ιταλίας ορμώνενον)

Μου γραψε και το Κροτάκι ΕΔΩ που της άρεσε ο Μοστρίνος και πολύ χάρηκα!

θενκς κροτακι

(τον Μιλάνο μην τον ακούς, με κυνηγάει αλλά εδώ δεν μπορέι να με βρει)


Μόστρα, αχ βρε μικρούλη Μόστρα πού πήγες και εμφανίστηκες πάλι;

Για το Μόστρα λοιπόν έγραψαν η κ. Ελένη Γκίκα στο κυριακάτικο Έθνος της 1ης Ιουλίου.
Η κριτική είναι ανευ κριτικής, τόσο καλή μου φάνηκε. Τι να γράψω;
Ευχαριστώ και πάλι.

Επίσης την ίδια μέρα ο κ. Βαγγέλης Χατζηβασίλειου έγραψε κριτική στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, συγκεκριμένα στο ένθετο περιοδικό «7».
Είναι η πρώτη φορά που ο Κ. Χατζηβασιλείου, τον οποίο εκτιμώ και διαβάζω ανελλιπώς -διότι η Ελευθεροτυπία είναι η εφημερίδα που αγοράζω κάθε μέρα- ασχολήθηκε με κάποιο βιβλίο μου.

Ευχαριστώ παρομοίως.

Επίσης

Φιγουράρω μαζί με άλλους 69 ανθρώπους των τεχνών στον ετήσιο οδηγό της Athens voice, summer guide. Πάρτε τον, αξίζει.
Γράφω ένα κείμενο για τη Λευκάδα που τελικά πολύ μ’ αρέσει κι είμαι φωτο με την κόρη μου και το σκύλο. Η κόρη μου μεγάλωσε κι έγινε ακόμα πιο κούκλα ενώ εγώ κι ο σκύλος γεράσαμε…
(Μετά την Κέρκυρα θα το ανεβάσω και στο μπλογκ)

Ετοιμάζονται

Κριτική για Στίβεν Κινγκ Η ιστορία της Λίσι

(δεν ετοιμάζεται πια, από κάτω είναι, τσουρουφλιστή)
(κατεδαφιστική κριτική, Κινγκ θα το πληρώσεις, τα 9 μου ευρώπουλα πίσω!)

Χρήστος Φασούλας Με λένε Μοίρα
(τρέμε Χρήστο, θα την πληρώσεις εσύ για τον Κίνγκ που μας δούλεψε ψιλό γαζί αυτή τη φορά!)
(όχι, αυτό δε το λέω σοβαρά, αλλά ο Χρήστος θα πρέπει να περιμένει λίγο ακόμα)

(γερμανός συυγραφέας, το βιβλίο το χω πάνω κ δε θυμάμαι το όνομά του) Το σμήνος, Καστανιώτης (1018 σελίδες πυκνές πυκνές ή 280.000 λέξεις περίπου ή 1450 σελίδες ανάλογες του Μόστρα... Τι έγραψε ο άνθρωπος!)

ΥΓ. συγχαρητήρια στην κ Λένα Μαντά που είναι και μπλόγκερ.
Το βιβλίο της Το σπίτι στο ποτάμι (Ψυχογιός) που είναι εκτός συναγωνισμού στις πωλήσεις (ο Μόστρας μοιάζει ανέκδοτο μπροστά του) αγοράστηκε και διαβάστηκε από την οικογένειά μου με θετικά σχόλια. Θα προσπαθήσω εντός καλοκαιριού να το διαβάσω κι εγώ.

ΥΓ 2 Ευχαριστώ το φίλο μου το Μακ Μάνους για τα καλά του λόγια που μόλις χθες ξετρύπωσα απ' το δίκτυο. Η τιμή είναι δική μου.

ΥΓ 3 Φοβερή αναφορά στο βιβλίο μου Η απαγωγή του εκδότη πήρα από τον SEBS στο μπλογκ Λέσχη ανάγνωσης Άνω Τούμπας. Ευχαριστώ πολύ, ούτε εγώ δε θα μπορούσα να το φανταστώ. Άσε που είναι στη φιλοσοφία του τρομερού Νουβάντα που πρώτος έθιξε τη σχέση βιβλίων μου με αυτοκίνητα κάνοντάς με ολόκληρη μάρκα αυτοκινήτων με το τρομερό του ποστ εδώ.

αυτά τα πολλά φίλοι...

Labels:

Saturday, July 07, 2007

Εγώ, ο Κινγκ κι Η ιστορία της Λίσι

(θα ανέβει δυο μέρες κι έπειτα θα πάει ένα ποστ πιο κάτω)

Ο λογοτεχνικός μου «έρωτας» με τον Κινγκ ξεκινάει τα μακρινά χρόνια 1989-90. Κάποιος συμφοιτητής τότε στην Ιταλία είχε την πρώτη έκδοση (μαλακό εξώφυλλο, όχι πλαστικοποιημένο, δε βρίσκεται σήμερα) του Κριστίν απ’ τις εκδόσεις Bell. Είχα δει το έργο κι είχα πάθει πλάκα. Ήταν ο πρώτος συγγραφέας που έκανε πρωταγωνιστή ένα αυτοκίνητο κι είχε στοχεύσει κατευθείαν στην καρδιά μου. Το διάβασα κι η μεγάλη μου αγάπη γεννήθηκε. Ακολούθησε το αξεπέραστο Λάμψη κι έπειτα ό,τι έγραψε κι έγραφε ο συγγραφέας απ’ το Μέιν. Πολλά βιβλία του τα διάβασα στα ιταλικά κι άλλα τα ξαναπήρα όταν κυκλοφόρησαν έπειτα στην Ελλάδα και τα ξαναδιάβασα.
Ο Κινγκ κατάφερε τα βιβλία του να έχουν την απόλυτη προτεραιότητα σ’
εμένα. Δηλαδή όταν κυκλοφορούσε ένα καινούργιο, το αγόραζα όπου βρισκόμουν κι αμέσως καταλάμβανε τη θέση του δίπλα στο κομοδίνο μου παραγκωνίζοντας ό,τι διάβαζα μέχρι εκείνη τη στιγμή εισπράττοντας το φθόνο των άλλων βιβλίων.
Θυμάμαι ένα καλοκαιρινό βράδυ οδηγούσα κατακουρασμένος ένα Fiat Punto του σκηνοθέτη Δημήτρη Μακρή με τεχνικούς της ΕΡΤ μέσα. Πηγαίναμε από την Αγκόνα στο Μιλάνο για τα γυρίσματα της ταινίας του Όσο υπάρχει αλκοόλ… Σταματήσαμε σ’ ένα καφέ στην Εθνική όπου πουλούσαν τα πάντα, κι ανακάλυψα ότι μόλις είχε βγει το καινούργιο βιβλίο του Κινγκ το On writing. Το πήρα κατενθουσιασμένος και δεν έβλεπα την ώρα να ξαπλώσω στο κρεβάτι και να διαβάσω τις πρώτες γραμμές. Το ίδιο συνέβη στη Βενετία πέρυσι το Μάιο όπου αγόρασα τρία ακυκλοφόρητα στην Ελλάδα βιβλία του.

Λίγους μήνες πίσω, εδώ έγραφα ότι ο Κινγκ αξίζει το νόμπελ. Εξακολουθώ να το πιστεύω και να το υποστηρίζω. Όμως μετά απ’ το Ιστορία της Λίσι έχασα ένα πράγμα:τη σιγουριά με την οποία αγόραζα ένα βιβλίο του.
Αισθάνομαι ότι με πρόδωσε ο καλύτερος φίλος μου. Εννοείται πως δεν κλαίω τα 9 ευρώ που έδωσα, είναι που θα πηγαίνω στο ταμείο μ’ ένα καινούργιο βιβλίο του Κινγκ στο χέρι κι ένα φόβο στην καρδιά μήπως το αποτέλεσμα είναι ανάλογο με το Η ιστορία της Λίσι.
Κινγκ έλεγα. Παρ’ το με κλειστά τα μάτια. Κίνγκ, απόλυτη προτεραιότητα, Κινγκ έφερνα κι όλα τα υπόλοιπα βιβλία μου τον κοίταγαν με φθόνο. Τώρα τα νιώθω να χασκογελούν μαζί του και μαζί μου.

Και μετά από αυτή την απαραίτητη εισαγωγή ας προχωρήσω να σας πω πώς μου φάνηκε το καινούργιο βιβλίο του φίλου μου του Κινγκ.

Stephen King Η ιστορία της Λίσι, μτφ. Ιπποκράτης Βελίδης, εκδόσεις Bell

Όταν πιάνω στα χέρια μου έναν καινούργιο Κινγκ διαβάζω πρώτα το οπισθόφυλλο, τα εισαγωγικά σημειώματα, τον μακρύ κατάλογο των προηγούμενών του, τα περιεχόμενα αν υπάρχουν, λίγα από τα αποσπάσματα των κριτικών τα οποία βαριέμαι γιατί είναι όλα αποθεωτικά. Με λίγα λόγια το βιβλίο ζεσταίνεται στα χέρια μου.

Το οπισθόφυλλο στην Ιστορία της Λίσι ανταποκρίνεται και δίνει υποσχέσεις για ένα χορταστικό Κινγκ, έναν Κινγκ που μ’ αυτό το υλικό μπορεί να δώσει ένα από τα γνωστά μυθιστορήματα αγωνίας που σε πιάνουν απ’ το λαιμό απ’ την πρώτη σελίδα και δε σ’ αφήνουν μέχρι την τελευταία. Δίνω μια δική μου πρόχειρη περίληψη του οπισθόφυλλου:

Η γυναίκα ενός πολύ διάσημου συγγραφέα που πέθανε πριν από δυο χρόνια βρίσκει το κουράγιο να μπει στο γραφείο και να ξεκαθαρίσει το αρχείο του. Όμως σιγά σιγά ανακαλύπτει ότι ο άντρας της ζούσε σ’ ένα παράλληλο σκοτεινό κόσμο. Έναν κόσμο που τον γιάτρευε, του έδινε έμπνευση, αλλά και που τον τρομοκρατούσε. Η γυναίκα του πρέπει να αντιμετωπίσει τους ίδιους δαίμονες που αντιμετώπιζε κι ο περίεργος και αλλόκοτος σύζυγός της.

Όντως μ’ αυτό το υλικό ο Κινγκ μπορεί ν’ απογειώσει το βιβλίο κι εμείς οι δόκιμοι συγγραφείς να βρούμε απολαυστικές σελίδες γύρω από τις συνήθειες ενός μεγάλου συγγραφέα και γαργαλιστικές λεπτομέρειες σχετικές με τα χειρόγραφα και τα αρχεία μας. Τι πιο ιντριγκαδόρικο για μένα; Αν το βιβλίο δεν υπήρχε στη Λευκάδα θα οδηγούσα μέχρι και 200 χιλιόμετρα (+ 200 να γυρίσω) για να το βρω.

Πέφτω λοιπόν με τα μούτρα στην ανάγνωση. Κι όποια μαγεία υπήρχε στα προηγούμενα βιβλία του Κινγκ απλώς απουσιάζει. Ας δώσω κάποια στοιχεία μεγέθους. Το κυρίως κείμενο του βιβλίου αρχίζει απ’ τη σελίδα 20. Για τις επόμενες δέκα σελίδες γνωρίζουμε τη γυναίκα του συγγραφέα και τις αδερφές της η μία εκ των οποίων έχει τη συνήθεια ν’ αυτοτραυματίζεται γιατί την εγκατέλειψε ο άντρας της. Μέχρι τη σελίδα 100 ο Κίνγκ έχει αναφέρει ελάχιστα για το συναρπαστικό κόσμο που υπόσχεται ο νεκρός συγγραφέας και έχει διηγηθεί μία μία μία μία, μόνο μία (1) σκηνή: ένας τρελός πυροβόλησε και τραυμάτισε σοβαρά το συγγραφέα σ’ ένα πανεπιστήμιο. 70 σελίδες για μία σκηνή. Αυτό που μάγευε κάποτε, η αργή λεπτομερής περιγραφή ανάλογων σκηνών, σαν το χρόνο που νομίζεις ότι σέρνεται σε ανάλογες περιπτώσεις, γίνεται εδώ παρωδία και αγανάκτηση.
Και προχωράμε. Ακολουθούν κάποιες αναμνήσεις και σκέψεις της γυναίκας του σχετικά με τη αδελφή της που αυτοτραυματίζεται. Επίσης ένα σωρό βαρετές βαρετές βαρετές συζητήσεις που κάνουν η γυναίκα του συγγραφέα κι οι αδερφές της. Τι σελίδα φτάσαμε; Στη 200. 100 σελίδες που μπορούν να σκοτώσουν και τον πιο υπομονετικό αναγνώστη. Τι γίνεται τώρα λες; Τι μπορεί να γίνει τώρα; Μπορεί να σωθεί αυτό το βιβλίο; Τι γίνεται τώρα;
Το χειρότερο.
Ο Κίνγκ καταλαβαίνει (;) ξυπνάει (;) ελευθερώνεται (;) και συνειδητοποιεί (;) ότι το βιβλίο σέρνεται. Ότι το μέχρι τότε βιβλίο πρέπει να γίνει από 200 το πολύ 50 σελίδες ή ίσως φωτίτσα στο τζάκι του. Όχι, δεν κάνει τίποτα απ’ αυτά τα δύο. Πώς το αντιμετωπίζει;
Πετάει μέσα ένα μοτίβο από τα παλιά που τόσο αγαπήσαμε:
Βάζει έναν τρελό να θέλει πάση θυσία τα χειρόγραφα του διάσημου συγγραφέα και να μη διστάζει να πιάσει και να βασανίσει τη γυναίκα του συγγραφέα γι’ αυτό.
Πώς να σταθείς απέναντί σ’ αυτή τη κίνηση του Κινγκ; Μπορεί κάποιος εύπιστος να πει: Να, τώρα φτιάχνει. Εγώ είπα: Άντε να διαβάσεις ως το τέλος. Για να μην μπορεί να σου πει κανείς τίποτα. Ήξερα ότι όχι ένας τρελός, μια στρατιά παλιών ηρώων του Κινγκ δεν μπορεί να κάνει τίποτα και να βοηθήσει το βιβλίο κι εμάς.
Ακολουθούν άλλες 100 σελίδες άσκοπων συζητήσεων των αδερφών παράλληλα μ’ ένα σκοτεινό παρελθόν του συγγραφέα που δεν πείθει, ή η αφηγηματική ικανότητα του συγγραφέα μέσω της Λίσι το κάνει να μην πείθει.
Κι έπειτα φτάνουμε στη σελίδα 300 περίπου ο Κινγκ ξαναρίχνει στο ρινγκ τον τρελό ο οποίος κακοποιεί τη γυναίκα του συγγραφέα στο σπίτι της. Κι έπειτα μέχρι το τέλος οι σελίδες παίζουν συνεχώς στο παρελθόν του συγγραφέα, ο μπαμπάς κι ο αδερφός του οποίου έπασχαν από το Κακό, τη γλίτσα όπως τη λέει ο Κινγκ, με αποτέλεσμα ο ένας να σκοτώσει τον άλλο κι αυτοί είναι οι δαίμονες που εμπνέουν τον μεγάλο συγγραφέα. Οι συζητήσεις μεταξύ των αδερφών είναι κενές και βαρετές μέχρι θανάτου και φυσικά η εξόντωση του τρελού από δύο αδερφές δεν μπορεί να σώσει τίποτα, έρχεται περισσότερο ως κερασάκι στην τούρτα της βαρεμάρας. Τέλος.

Αν πείτε ότι η κριτική μου λέει ελάχιστα για το περιεχόμενο του βιβλίου κι ότι δεν γράφω αναλυτικά τα επιχειρήματά μου θα σας απαντήσω πως έχετε δίκιο. Όμως όπως τα προηγούμενα βιβλία του Κινγκ με μάγευαν κι είχα χίλιες λέξεις να πω γι’ αυτά και για τα συναισθήματα που μου γεννούσαν τόσο τρεις λέξεις μου φαίνεται ότι αρκούν για να περιγράψουν αυτές τις 600 σελίδες: Βαρεμάρα μέχρι θανάτου.
600 σελίδες λοιπόν, ούτε θέλω να υπολογίσω πόσες λέξεις, (πάνω από 100 χιλιάδες) πολλαπλασιάστε επί χ δολάρια τη λέξη στις τσέπες του Κίνγκ κι εμείς μ’ ένα βιβλίο για τα σκουπίδια στα χέρια.

Θλίψη, θλίψη και πάλι θλίψη το πώς ο μεγάλος αυτός δημιουργός έκρινε ότι μπορεί να φύγει για το τυπογραφείο αυτό το κακό, κάκιστο πόνημά του.
Και σκέφτομαι…
Πού είναι ο Κίνγκ του Κριστίν; Της Λάμψης; Των αριστουργηματικών Ρίτα Χέιγουωρθ; Stand by me; Η Κάντιλακ του Ντόουλαν; Το πράσινο μίλι; Τα διηγήματα του Όλα είναι δυνατά; Ο Κίνγκ του Μίζερι; Των Χρήσιμων αντικειμένων;
Πού είναι;

Οι κριτικές που παρατίθενται με εξόργισαν, το συγκρίνουν με τη Λάμψη και το Μίζερι, μιλούν για ωριμότητα, ότι είναι συνταρακτικό, κι ένα σωρό άλλα. Ήθελα να γράψω λεπτομερώς τι και ποιος αλλά αρκετά χαλάστηκα. Αν κανένας δε βαριέται θα ήταν ενδιαφέρον να διαβάσουμε σε ξένα σαιτ γνώμες αναγνωστών.
Επίσης έχω μεγάλο ενδιαφέρον να διαβάσω κι άλλες ελληνικές κριτικές είτε από μπλογκ είτε από εφημερίδες. (αρκεί να μην είναι η συνηθισμένη σούπα).

Off the record
Κλείνω με μια υποψία που ανάγεται και στη διαολεμένη μου φαντασία. Νομίζω όμως πως πήρα το μήνυμα του αγαπημένου μου συγγραφέα. Αντιγράφω από τις ευχαριστίες:
«θα θελα να ευχαριστήσω τη σύζυγό μου. Τα τελευταία τριάντα χρόνια απολαμβάνω να παρακολουθώ την Ταμπίθα, τη Μαργκαρετ, την Άνν, την Κάθριν, τη Στέφανι και τη Μαρσέλα να παίζουν το παιχνίδι των αδερφών. Το παιχνίδι δεν είναι ποτέ το ίδιο αλλά είναι πάντα ενδιαφέρον».

Καταλάβατε; 30 χρόνια η γυναίκα του και οι 5 (!) αδερφές της τον πρήζουν με τις συζητήσεις τους. 6 γυναίκες εναντίον ενός αντρικού μυαλού. Όσο φαντασία κι αν έχει τον διέλυσαν σ’ ένα βιβλίο.
Η χειρότερη όμως υποψία μου είναι ότι το βιβλίο το ξεκίνησε η Ταμπίθα (που έχει αυτοανακηρυχθεί και συγγραφέας) έγραψε όλες τις απίστευτες συζητήσεις μεταξύ των αδερφών, κι ο Κινγκ υποχρεώθηκε να το συμμαζέψει (ίσως ο καθαρισμός της Κόπρου του Αυγεία να ήταν ευκολότερος) και το χειρότερο: να το υπογράψει. Πείτε ό,τι θέλετε. Εγώ αυτό κατάλαβα, αυτό θα υποστηρίζω μέχρι να πεθάνω.

Παρ’ όλα αυτά θλίψη θλίψη θλίψη, φίλοι. Σήμερα με πρόδωσε ένας φίλος απ’ την άλλη μεριά του Ατλαντικού, αλλά πήρα το μήνυμά του, δέχομαι τη δικαιολογία του, τη θεωρώ σαν συγνώμη, δε θα σταματήσω να τον διαβάζω, ελπίζω όσοι τον αγαπάτε να κάνετε το ίδιο…

Σας αγαπώ όλους….

Labels: , ,

Tuesday, July 03, 2007

Θανάσης Χειμωνάς



ΟΘανάσης Χειμωνάς είναι φίλος μου.
Έχουμε βγει για καφέδες, έχουμε πιει και τα ουίσκια μας, έχουμε πει απίστευτες μαλακίες μαζί με τον τρίτο της παρέας (έναν συγγραφέα πυροβολημένο επίσης) με τον οποίο σχεδιάζουν να κάνουν μουσικό συγκρότημα, αλλά δεν ξέρουν ότι χωρίς εμένα δε θα πετύχουν ποτέ οι πτωχοί…

Τέλος πάντων, ο Θανάσης είναι φοβερό παιδί. Απάντησε στο ερωτηματολόγιο του Προυστ και τον χάρηκα γιατί απάντησε ακριβώς όπως είναι, χωρίς να το παίξει δήθεν. Με λίγα λόγια τον πήγα με τις απαντήσεις του γι αυτό και αναδημοσιεύω τη συνέντευξη.

Γιατί είναι φοβερό παιδί ο Θανάσης;
Γιατί δε φθονεί καθόλου, γιατί είναι εντελώς ακομπλεξάριστος.
Πού υστερεί ο Θανάσης;
Στο ότι είναι γαύρος ο άμυαλος νεανίας.
(επίσης νομίζει ότι είναι όμορφος, κι όλοι του λέμε ναι, ο γιατρός μας είπε να μην πάμε κόντρα στον ασθενή…)

(αναδημοσιεύεται από το Βιβλιοδρόμιο εφημ. ΤΑ ΝΕΑ)
«Ταυτίζομαι με τον Νέρωνα»

Ο Θανάσης Χειμωνάς απαντά στο ερωτηματολόγιο του Προυστ

ΓΙΟΣ ΙΕΡΩΝ ΤΕΡΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΜΑΣ ΣΤΕΡΕΩΜΑΤΟΣ, Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΑΣΧΟΛΗΘΕΙ ΜΕ ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΑ 26 ΤΟΥ, ΑΛΛΑ ΤΩΡΑ ΕΧΕΙ ΣΤΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΤΕΣΣΕΡΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ ΓΡΑΜΜΕΝΑ ΜΕ ΟΛΟΤΕΛΑ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΦΩΝΗ. ΦΑΝΑΤΙΚΟΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΦΙΛΟΣ- ΕΡΓΑΣΤΗΚΕ ΩΣ ΑΘΛΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ- ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΚΑΛΛΙΕΡΓΩΝΤΑΣ ΜΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ «ΤΗΣ ΣΚΟΤΕΙΝΗΣ ΠΟΛΗΣ», ΜΙΛΗΣΕ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΥΝΙΣΜΟ, ΚΑΙ ΣΤΗΝ «ΜΠΛΕ ΩΡΑ» (2005) ΣΤΑΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΜΠΝΕΥΣΜΕΝΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ, ΣΤΗ ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ, ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΝ, ΠΡΟΣΠΑΘΩΝΤΑΣ ΥΠΟΡΡΗΤΑ ΝΑ ΕΡΜΗΝΕΥΣΕΙ ΤΟΝ ΠΑΡΑΞΕΝΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ


Η απόλυτη ευτυχία για σας είναι;
Να είσαι όμορφος, αρτιμελής και με πολλά λεφτά.
Η τελευταία φορά που ξεσπάσατε σε γέλια; Στο Ελλάδα-Τουρκία 1-4.
Το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα σας, είναι; Το χιούμορ.
Το βασικό ελάττωμά σας; Είμαι πολύ τεμπέλης.
Σε ποια λάθη δείχνετε τη μεγαλύτερη επιείκεια ; Σ’ αυτά που δεν έχουν επιπτώσεις στην προσωπική μου ζωή.
Η τελευταία φορά που κλάψατε; Στον χαμό ενός καλού φίλου πριν από έναν χρόνο.
Με ποια ιστορική προσωπικότητα ταυτίζεστε περισσότερο; Με τον Νέρωνα.
Ποιοι είναι οι ήρωές σας σήμερα; Ο Ντούσαν Μπάγιεβιτς. Ο Τσάντλερ στο «Friends». Το ανώνυμο Call-Girl.
Το αγαπημένο σας ταξίδι; Στη Ρουμανία, το 1992.
Οι αγαπημένοι σας συγγραφείς; Φλομπέρ, Ντοστογιέφσκι, Στίβεν Κινγκ.
Ποια αρετή προτιμάτε σε έναν άντρα; Να μην είναι βαρετός.
Και σε μια γυναίκα; Να είναι πολύ όμορφη.
Ο αγαπημένος σας συνθέτης; Ο Ρrince.
Το τραγούδι που σφυρίζετε κάνοντας ντους; Τo Singing Ιn Τhe Rain
Το βιβλίο που σας σημάδεψε; Η Αισθηματική Αγωγή του Φλομπέρ.
Ο αγαπημένος σας ζωγράφος; Ο Σαλβαδόρ Νταλί.
Το αγαπημένο σας χρώμα; Το κόκκινο.
Ποια θεωρείτε ως τη μεγαλύτερη επιτυχία σας; Το ότι ένα περιοδικό με είχε συμπεριλάβει στους έξι πιο σέξι εργένηδες της Ελλάδας.
Το αγαπημένο σας ποτό; Ουίσκι με πάγο.
Για ποιο πράγμα μετανιώνετε περισσότερο;
Έχω αρκετές φορές εμπιστευθεί ανθρώπους που δεν το άξιζαν.
Τι απεχθάνεστε περισσότερο απ’ όλα; Τους Ελληνάρες
Όταν δεν γράφετε, ποια είναι η αγαπημένη σας ασχολία; Το FΙFΑ 2007.
Ο μεγαλύτερος φόβος σας; Οι κατσαρίδες.
Σε ποια περίπτωση επιλέγετε να πείτε ψέματα; Όποτε χρειάζεται.
Ποιο είναι το μότο σας; Το ρεφρέν του τραγουδιού του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Ευτυχώς». Κυρίως ο τρίτος και ο τέταρτος στίχος του.
Πώς θα επιθυμούσατε να πεθάνετε; Στη συντέλεια του Κόσμου.
Εάν συνέβαινε να συναντήσετε τον Θεό, τι θα θέλατε να σας πει;
Πώς τολμάει να μην υπάρχει.
Σε ποια πνευματική κατάσταση βρίσκεστε αυτόν τον καιρό;
Σχετικής ευφορίας.


Ποια ήταν η ταινία που σας σημάδεψε; Το «Κουρδιστό πορτοκάλι» του Στάνλεϊ Κιούμπρικ.

Labels: